Τεύχος Έκτο - Ενδιαφέρον περιστατικό Ζαγκλιβέρι
Η ιστορία είναι λίγο-πολύ γνωστή: μετά από παρέλευση της πενταετούς εργασίας δύο εργαζόμενων (γιατρών) σε ένα κέντρο υγείας στο νομό Θεσσαλονίκης (Ζαγκλιβέρι) και σε μια τυπική διαδικασία (λέγεται «κρίση», αξιολόγηση δηλαδή των προσόντων τους και των αποτελεσμάτων της εργασίας τους) ανανέωσης της σύμβασης εργασίας τους, από την ειδική επιτροπή του υπουργείου υγείας που ασχολείται με αυτά τα πράγματα, οι εργαζόμενοι απολύονται με το σκεπτικό ότι εκκρεμεί σε βάρος τους ένορκη διοικητική εξέταση, επειδή προχώρησαν στην συγκρότηση «συνδικαλιστικού οργάνου χωρίς επίσημη κάλυψη, κλπ». Με αυτά τα στοιχεία κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί το εξής απλό: μια συνηθισμένη περίπτωση απόλυσης «συνδικαλιστών». Δεν θα του έμενε μετά από αυτό τίποτα άλλο παρά να κατατάξει την περίπτωση στο αντίστοιχο ραφάκι του αρχείου του «συνδικαλιστικού κινήματος».
Όμως επειδή δεν μιλάμε για ιδιωτικό αλλά για δημόσιο τομέα εργασίας (στον οποίο καλώς ή κακώς έχουν κατακτηθεί κάποια πράγματα) και, κυρίως, επειδή η συγκεκριμένη περίπτωση διαφέρει ριζικά από ό,τι έχουμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε σαν «εργοδοτική αυθαιρεσία» (ή καλύτερα σαν «τσαμπουκάς του αφεντικού»), θα προσπαθήσουμε να την εκθέσουμε με συνοπτικό τρόπο, με την πεποίθηση ότι θα επανέλθουμε σύντομα πιο αναλυτικά.
Τα κέντρα υγείας είναι υγειονομικές μονάδες της επαρχίας, παιδιά της χρυσής εποχής του κράτους πρόνοιας, με κεντρικό ρόλο την παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης και πρόληψης στον πληθυσμό της περιοχής ευθύνης τους, αυτός τουλάχιστον υποτίθεται ότι υπήρξε ο σκοπός δημιουργίας τους. Στην πραγματικότητα τα περισσότερα κέντρα υγείας στελεχώνονταν μέχρι πριν λίγα χρόνια από αγροτικούς γιατρούς (απόφοιτους δηλαδή της ιατρικής, ανειδίκευτους, με θητεία 15 μηνών), και από ειδικευμένους γιατρούς (οι περισσότεροι πρώην αγροτικοί, που είχαν «ξεμείνει» σε αυτή την θέση) και μόνιμο υγειονομικό και διοικητικό προσωπικό με σχεδόν αποκλειστικό τους ρόλο, στην καλύτερη περίπτωση το «φιλτράρισμα» όσων ασθενών δεν χρειάζονται παραπομπή και περίθαλψη στο νοσοκομείο και την παροχή πρώτων βοηθειών, και στην χειρότερη το άλλοθι του κράτους ότι σε κάποιο μέλλον θα καλύψει τις υγειονομικές ανάγκες της περιφέρειας, αφού είτε έχουν τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό (νοσηλευτικό, κλπ), είτε σε τεχνολογικό εξοπλισμό.
Όπως όλοι οι εργασιακοί χώροι έτσι και οι μονάδες υγείας είναι οργανωμένες στην βάση ιεραρχικών δομών: μιας δομής υγειονομικής και μιας δομής διοικητικής. Οι δομές αυτές υποτίθεται ότι από την φύση τους βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους (επειδή για παράδειγμα η ιατρική γραφειοκρατία προσπαθεί προκειμένου να καλύψει υγειονομικές ανάγκες να ανεβάσει το κόστος λειτουργίας την μονάδας υγείας, πράγμα που δεν θέλει η διοικητική γραφειοκρατία), στην πραγματικότητα όμως οι συγκρούσεις λύνονται αμοιβαία σε ανώτερο επίπεδο υπέρ και των δύο κορυφών της ιεραρχίας. Ειδικά στα κέντρα υγείας, κεντρικό ρόλο παίζει η ιατρική ιεραρχία, με τον γιατρό διευθυντή του κέντρου υγείας, και από κει και κάτω υπάρχουν οι άλλοι γιατροί ανάλογα με τα χρόνια υπηρεσίας και το βαθμό τους, το νοσηλευτικό προσωπικό, και μετά όλο το παραϊατρικό προσωπικό που ξεκινάει από τραυματιοφορείς και οδηγούς ασθενοφόρων και φτάνει μέχρι καθαρίστριες και κλητήρες. Εννοείται, πως οι γιατροί άσχετα από τις συγκρουσιακές σχέσεις που μπορεί να έχουν μέσα στην ιεραρχία τους, και που η πείρα λέει ότι συνήθως λύνονται με «αμοιβαία κατανόηση» και «εξυπηρετήσεις» (π.χ. ο διευθυντής δεν θα έρχεται στις εφημερίες του κέντρου υγείας, και οι γιατροί που θα τον αντικαθιστούν μπορούν να λείπουν κάποιες μέρες με άγραφη άδεια), πάει να πει με επικύψεις από τους κατώτερους προς τους ανώτερους και με ρουσφέτια από τους ανώτερους προς τους κατώτερους, εκτός της κλίκας τους είναι συνήθως υποκείμενα του πιο άγριου διαχωρισμού και συγκρούσεων με όλο το υπόλοιπο προσωπικό. Εννοείται ότι τα (μικρο)συμφέροντα των εργαζόμενων διαφορετικής ιεραρχικής κλίμακας συγκρούονται (π.χ. ένας γιατρός αν θέλει μπορεί να μοιραστεί την εργασία που είναι να γίνει με κάποια νοσηλεύτρια, συνήθως όμως της φορτώνει όλη την δουλειά, με το πρόσχημα -που ισχύει νομότυπα- ότι «δεν είναι αρμοδιότητα του να κάνει τέτοια πράγματα», π.χ. μια ένεση σε ένα ασθενή). Εννοείται επίσης ότι σοβαρή συνδικαλιστική δράση (δηλαδή έντιμες κόντρες με τα αφεντικά) σε τέτοιες συνθήκες είναι ανέκδοτο. Είπαμε: τα «αιτήματα» απευθύνονται στον διευθυντή και αυτός φροντίζει για «το καλό των παιδιών του», κάνοντας κουμάντο στο χωράφι του. Όσον αφορά τους ασθενείς: συνήθως χρήση υπηρεσιών υγείας στα κέντρα υγείας κάνουν ανήμποροι γέροι και γριές, μικρά παιδιά, μετανάστες και αγρότες και εργαζόμενοι της περιοχής. Τις περισσότερες φορές -εννοείται- αυτοί που δεν έχουν δυνατότητα ιδιωτικής περίθαλψης. Και εν πάσει περιπτώσει: ποιος τους γαμάει τους ασθενείς, ειδικά άμα δεν έχουν λεφτά;
Αυτή είναι λοιπόν -χοντρικά και συνοπτικά- η κατάσταση στα κέντρα υγείας, μια κατάσταση για την οποία έχουμε προσωπική πείρα μιας και έχουμε δουλέψει σε αυτούς τους χώρους.
Ε, λοιπόν εκεί στο Ζαγκλιβέρι, πριν τρία περίπου χρόνια κάποιοι αποφάσισαν ότι δεν γουστάρουν αυτή την κατάσταση στο κέντρο υγείας που δουλεύουν. Έτσι, μια πρωτοβουλία εργαζομένων κάλεσε μια ανοιχτή συνάντηση στο κέντρο υγείας για να συζητήσει τα προβλήματα του κέντρου υγείας και των εργαζομένων, μέσα από την οποία συγκροτήθηκε η «Σύσκεψη εργαζομένων στο κέντρο υγείας Ζαγκλιβερίου και στα περιφεριακά ιατρεία», στην οποία συμμετείχαν οι μισοί περίπου εργαζόμενοι του κέντρου υγείας: γιατροί, μαίες, νοσηλεύτριες και οδηγοί ασθενοφόρου .
Η σύσκεψη αυτή άρχιζε να βάζει ζητήματα που αφορούσαν την λειτουργία του κέντρου υγείας (π.χ. το ζήτημα κάλυψης την νοσηλευτικής υπηρεσίας σε εθελοντική βάση -με τα αντιστοιχα ωφέλη- από ένα τσιράκι του διευθυντή, επί 24 ώρες το 24ωρο, κάθε μέρα για όλο το χρόνο, χωρίς άδειες ή ρεπό, προκειμένου να μειωθεί ο προϋπολογισμός του κόστους της μονάδας), ζητήματα που αφορούν την υλικοτεχνική υποδομή του κέντρου υγείας (π.χ. το ζήτημα της έλλειψης βασικού ιατρικού εξοπλισμού), ζητήματα που αφορούν τον τρόπο διαχείρισης των προβλημάτων των εργαζομένων και την ίδια την στάση της ιεραρχίας απέναντι τους (π.χ. αδικαιολόγητο κόψιμο αδειών των εργαζομένων από το διευθυντή), και last but no least ζητήματα που αφορούν την ίδια την ιατρική περίθαλψη των κατοίκων της περιοχής, των εκμεταλλευόμενων δηλαδή ντόπιων και μεταναστών (η σύσκεψη κάλεσε σε ανοιχτές συνελεύσεις, με αφίσες στα ελληνικά και στα αλβανικά, τους κατοίκους της περιοχής, προκειμένου να συζητηθούν αυτά τα προβλήματα).
Αντιγράφουμε από κείμενο της «Συνάντησης του υπογείου» (όπως ονομαζόταν αρχικά η σύσκεψη):
«Ο κύριος λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκε αυτή η συνάντηση είναι η διάθεση μας να αλλάξουν κάποια πράγματα στο χώρο δουλειάς. Επιτέλους θεωρούμε ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να αποκτήσουν λόγο ικανό να παρεμβαίνει στα ζητήματα που τους αφορούν και οι σχέσεις με την όποια διοίκηση να αποκτήσουν ουσιαστικό χαρακτήρα υπερβαίνοντας τις προσωπικές σχέσεις (είτε αντιπαλότητας, είτε υποτέλειας).
Στόχος μας είναι να συζητάμε και να βρίσκουμε λύσεις σε προβλήματα που αφορούν τις μεταξύ μας σχέσεις, την υλικοτεχνική υποδομή, την επάρκεια του προσωπικού (είτε μόνιμου, είτε επισκεπτών), αλλά και άλλα που στην συνέχεια θα προκύψουν. Στόχος μας είναι να παίρνουμε πρωτοβουλίες για ποιοτικότερη και αποτελεσματικότερη παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης.»
Είναι φανερό ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν μιλάμε για την κλασική «δημιουργία συνδικαλιστικού οργάνου». Είναι φανερό ότι εδώ μιλάμε για ρήξη. Και μάλιστα όχι για μία ρήξη, αλλά για πολλές ρήξεις. Ρήξη με τους υπαρκτούς και τεχνικούς διαχωρισμούς που βάζουν οι ιεραρχίες, προκειμένου να διαιωνίζουν την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους και την ίδια την ύπαρξη τους. Ρήξη με τις παραδοσιακές απόψεις -τις αριστερές συμπεριλαμβανομένων- που θέλουν συντεχνίες γιατρών, συντεχνίες νοσηλευτών, συντεχνίες άλλων κλάδων επαγγελμάτων της υγείας, να παλεύει η καθεμία ξεχωριστά για μισθούς και άλλα προβλήματα του κλάδου, χωρίς να συναντιούνται πουθενά. Ρήξη εντός της ίδιας της συντεχνίας: αυτοί που διατάζουν δεν έχουν τα ίδια συμφέροντα με αυτούς που εκτελούν, ανεξάρτητα αν βιώνουν και οι ίδιοι την μισθωτή σχέση. Ρήξη στην παραδοσιακή σχέση γιατρού (και γενικότερα υγειονομικού προσωπικού) και ασθενών: οι ίδιοι οι ασθενείς (και οι υποψήφιοι ασθενείς) οφείλουν σε συνεργασία με το προσωπικό της μονάδας υγείας να συμμετέχουν στην λύση των προβλημάτων που αφορούν την υγεία και την αρρώστια τους.
Εδώ μιλάμε για ανταγωνισμό και για ανταγωνιστικά υποκείμενα, που πρώτα πάνε κόντρα στα αφεντικά τους και κατόπιν στα αφεντικά των αφεντικών τους. Εδώ μιλάμε για έμπρακτη αμφισβήτηση: της ιεραρχίας του κρατικού θεσμού· της πολιτικής του κράτους να διαλύσει τα όποια απομεινάρια δημόσιας υγείας και να τα δώσει στο ιδιωτικό κεφάλαιο· των «προσωπικών» σχέσεων που αναπτύσσει η ιατρική εξουσία με την φαρμακευτική βιομηχανία· της λογικής που γεννάει «ρουσφέτια» και «φακελάκια». Εδώ μιλάμε για ανταγωνιστικές διαδικασίες, όχι για « αριστερό συνδικαλισμό», ούτε για τσάμπα «εξτρεμισμούς».
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η «σύσκεψη» των εργαζομένων πέτυχε αρκετά πράγματα: πέτυχε να βάλει τα δύο πόδια του διευθυντή και των τσιρακιών του σε ένα παπούτσι· πέτυχε να κινητοποιήσει μια κοινωνία να ασχοληθεί με τα ζητήματα που την αφορούν στον τομέα της υγείας, να διεκδικήσει και να κερδίσει την βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής και γενικά των υπηρεσιών περίθαλψης της· πέτυχε να μυήσει ανθρώπους σε διαδικασίες αμεσοδημοκρατικές, σε διαδικασίες δηλαδή (πραγματικά) πολιτικές· πέτυχε να σπάσει συντεχνιακές και ατομικίστικες λογικές όπως και λογικές διαχωρισμού και να δημιουργήσει δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων και μεταξύ εργαζόμενων και κατοίκων της περιοχής. Και όπως εξήγησαν οι δύο εργαζόμενοι σε ενημέρωση στο Αυτόνομο Στέκι στην Αθήνα (γράφουμε από μνήμης): «Στην σύσκεψη σκεφτόμαστε μελλοντικά να βάλουμε και άλλα ζητήματα όπως αυτό της ισότητας των μισθών, τι είναι υγεία, τι υγεία θέλουμε και κατά πόσο σημαίνει καλύτερη υγεία το υψηλότερο επίπεδο ιατρικής τεχνολογίας».
Είναι φανερό ότι όσα συμφέροντα θίγονταν από αυτή την διαδικασία θα κινητοποιούνταν ενάντια της: ο διευθυντής και η υπόλοιπη ιατρική ιεραρχία, τα τσιράκια του, που ήταν οι αποδέκτες των προνομίων του (εξαιτίας των οποίων γινόταν επικίνδυνη για την δημόσια υγεία η λειτουργία του κέντρου υγείας, π.χ. γιατροί που εφημερεύανε από το σπίτι και δεν εμφανιζόταν ποτέ φορτώνοντας τα καθήκοντα τους σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, ή παραπέποντας τους ασθενείς απευθείας στο νοσοκομείο της περιοχής), και ακόμα παραπέρα η διοίκηση του νοσοκομείου στο οποίο υπάγεται το κέντρο υγείας και η οποία βρέθηκε να αυξάνει τον προϋπολογισμό του και άρα το κόστος λειτουργίας του, και βέβαια οι ίδιοι οι θεσμοί του κράτους που θίγονταν από αυτήν την κατάσταση (και τα αντίστοιχα τμήματα του κεφαλαίου φυσικά).
Έτσι οι απειλές γίνανε χειροδικίες, συκοφαντήσεις, εξυβρίσεις, παράνομες μαγνητοφωνήσεις, άσκηση ΕΔΕ (ένορκης διοικητικής εξέτασης) από επιθεωρήτρια υγείας του υπουργείου και τελικά μη ανανέωση της σύμβασης των δύο εργαζόμενων της σύσκεψης (που ισοδυναμεί με απόλυση τους). Μια απόλυση βέβαια που στόχο έχει να τσακίσει κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης του κρατικού θεσμού υγεία και αυτοοργάνωσης των εργατών σε αυτόν τον θεσμό. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.
Ωστόσο οι φορείς της εξουσίας λογάριασαν ξανά χωρίς τον ξενοδόχο. Κινητοποιήσεις της σύσκεψης και των κατοίκων της περιοχής από την πρώτη μέρα της απόλυσης έχουν ήδη αναγκάσει το υπουργείο υγείας σε αναδίπλωση: επειδή στην κρίση των δυο εργαζόμενων «έγιναν λάθη», το ζήτημα της κρίσης τους παραπέμπεται ξανά στην επιτροπή. Καλά… Μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχει ακόμα λήξει το ζήτημα ενώ οι κινητοποιήσεις των κατοίκων και των εργαζομένων στο κέντρο υγείας συνεχίζονται.
Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που απολύθηκαν δεν θέλησαν να χρησιμοποιήσουν ούτε την διαμεσολάβηση, ούτε θέλησαν να διεκδικήσουν το δίκιο τους προβάλλοντας το προσωπικό τους πρόβλημα (αφού γνωρίζουν πολύ καλά ότι η υπόθεση αυτή ξεπερνάει κατά πολύ τους ίδιους τους εαυτούς τους), και φυσικά δεν έκαναν χρήση της πολιτικής τους ταυτότητας (είναι γνωστοί αγωνιστές του «χώρου» στην Θεσσαλονίκη, τα τελευταία δεκαπέντε-είκοσι χρόνια). Θα είναι χαζό να το πούμε, αλλά θα το πούμε: η υπόθεση της σύσκεψης και των δύο εργαζομένων είναι υπόθεση του κοινωνικού ανταγωνισμού και των ανταγωνιστικών υποκειμένων. Είναι υπόθεση δική μας.
ΥΓ. Να αναφέρουμε για την ιστορία ότι το 1977 με πρωτοβουλία ενός γιατρού, μέλους της ομάδας του Στίνα μετά την κατοχή, και μερικών εργαζομένων, το παθολογοανατομικό εργαστήριο του νοσοκομείου «Άγιος Σάββας» στην Αθήνα, αναδιοργανώθηκε πλήρως και άρχισε να λειτουργεί σε αμεσοδημοκρατική βάση σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, εκτελεστικό, εργασιακό, κλπ). Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα το κράτος απέλυσε όλο το προσωπικό του συγκεκριμένου τμήματος, τσακίζοντας το πρώτο πείραμα αυτοοργάνωσης στο χώρο της υγείας στην Ελλάδα. Όσο έχουμε υπόψην μας, από τότε δεν έχει απολυθεί κανένας συνδικαλιστής της αριστεράς, ή άλλος εργαζόμενος στο χώρο της υγείας στην Ελλάδα, μέχρι το περιστατικό στο Ζαγκλιβέρι. Την απάντηση στο γιατί την είχε δώσει πριν καμιά σαρανταριά χρόνια ο σύντροφος Κορνήλιος: «όλες οι παραδοσιακές μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης έχουν γίνει πια απαραίτητοι τροχοί στην λειτουργία του συστήματος».
3 comments:
«το 1977 με πρωτοβουλία ενός γιατρού, μέλους της ομάδας του Στίνα μετά την κατοχή, και μερικών εργαζομένων, το παθολογοανατομικό εργαστήριο του νοσοκομείου «Άγιος Σάββας» στην Αθήνα, αναδιοργανώθηκε πλήρως και άρχισε να λειτουργεί σε αμεσοδημοκρατική βάση σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, εκτελεστικό, εργασιακό, κλπ). Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα το κράτος απέλυσε όλο το προσωπικό του συγκεκριμένου τμήματος, τσακίζοντας το πρώτο πείραμα αυτοοργάνωσης στο χώρο της υγείας στην Ελλάδα.»
Υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες - πηγές για αυτή την ιστορία;
Φίλε.
Η συγκεκριμένη ιστορία μας έγινε γνωστή από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή της: το γιατρό που οργάνωσε την φάση αυτή, ως υπεύθυνος του εργαστηρίου.
Ο γιατρός αυτός έγινε αργότερα καθηγητής της ιατρικής(ιστολογίας νομίζω)στην Αθήνα. Λέγεται Παναγιώτης οικονομόπουλος και πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα βιβλίο για τα Δεκεμβριανά από τις εκδόσεις Άρδην, Σουλτάνη 8, Εξάρχεια. Στο χώρο αυτών των εκδόσεων μπορείς να βρεις τρόπο να έρθεις σε επαφή με το συγκεκριμένο άνθρωπο, και άρα να έχεις περισσότερες πληροφορίες σχετικά.
κ. μέλος του περιοδικού το κιβώτιο.
Σ' ευχαριστώ πολύ!
Post a Comment