Τεύχος Τέταρτο - Η Σημασία Του Να Είσαι Το Ποντίκι
Πριν ένα χρόνο περίπου είχαμε δημοσιεύσει στο 1ο τεύχος του Κιβωτίου ένα κείμενο για την Κίνα. Ένα χρόνο μετά επανερχόμαστε, παρουσιάζοντας ουσιαστικά τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα μιας αρκετά συστηματικής έρευνας. Από την αρχή της ενασχόλησης μας με το ζήτημα, η οποία φύσει και θέσει, δεν μπορούσε ούτε «ακαδημαϊκή» ούτε «δημοσιογραφική» να είναι, ο στόχος μας ήταν να εξετάσουμε το τι συμβαίνει σήμερα στην χώρα αυτή στο πεδίο που εμείς θεωρούμε κεντρικό στην ανάλυση μας: αυτό του ταξικού και κοινωνικού ανταγωνισμού. Με άλλα λόγια ο αναγνώστης μην περιμένει στις επόμενες σελίδες να βρει «οικονομικές αναλύσεις», ούτε κάποια καινοφανή συμπεράσματα για τον καπιταλισμό στην Κίνα. Αυτά μπορεί με άνεση να τα βρει όποιος θέλει σε ένα σωρό εφημερίδες, αυτό που λείπει, σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα είναι προσεγγίσεις σαν αυτές που ακολουθούν. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε την σημερινή κατάσταση στην Κίνα σχετικά με τα ζητήματα που μας ενδιαφέρουν. Η προσέγγιση μας δεν μπορεί ούτε πλήρης να είναι, ούτε συνολική, και μακάρι να κάνουμε λάθη.
1. Η εξέγερση της Τιενανμέν
Με το θάνατο του Μάο Τσε Τουνγκ, και την δίκη της Συμμορίας των Τεσσάρων, η φράξια του Ντενγκ Σιάο Πινγκ καταλαμβάνει την εξουσία έχοντας ουσιαστικά διαλύσει οποιαδήποτε οργανωμένη αντιπολίτευση στο εσωτερικό του κόμματος. Σχεδόν αμέσως θα ξεκινήσουν οι πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ήδη από το ’79 θα θεσπιστούν οι πρώτες «ειδικές οικονομικές ζώνες» ενώ το 1983 θα εξαπολυθεί η εκστρατεία «ενάντια στην μόλυνση της σκέψης» (όπου αναφέρονται χιλιάδες εκτελέσεις «πολιτικών εγκληματιών»). Το 1984 ο Ρέιγκαν θα επισκεφθεί το Πεκίνο και θα υπογραφεί συμφωνία αμυντικής συνεργασίας ΕΠΑ-Κίνας, θα ανοιχτούν 14 παραλιακές πόλεις στο ξένο κεφάλαιο, ενώ θα συμφωνήσουν Κίνα-Βρετανία για την παράδοση του Χονγκ-Κονγκ το 1997. Η περίοδος αυτή μέχρι το 1989 θα οικοδομήσει σταδιακά τις βάσεις για τις νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές λειτουργίες. Το 1986 θα ξεσπάσουν μία σειρά διαδηλώσεων (κυρίως από φοιτητές) από τις επαρχίες και θα απλωθούν στην Σαγκάη και το Πεκίνο.
Το 1989 θα ξεσπάσει η «εξέγερση της Τιενανμέν». Μία εξέγερση η οποία είναι ακόμα αντιληπτή αφενός σαν «φοιτητική» και αφετέρου σαν μία προσπάθεια «εκδημοκρατισμού» της χώρας. Θεωρούμε σαν δεδομένο ότι καμία εξέγερση δεν ξεπηδάει από το πουθενά μέσα στην ιστορική εξέλιξη. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην περίοδο πριν το ’89 είχαν επιταχυνθεί αρκετά και σήμαιναν τεράστιες αλλαγές, ήδη από τότε, στην κοινωνική οργάνωση της χώρας.
Ήδη τον Μάρτη του ’89 είχε ξεκινήσει μία συζήτηση στην χώρα αναφορικά με την νομοθεσία της χρεοκοπίας. Προηγουμένως, βασικός στόχος του κράτους ήταν η ενίσχυση των επιχειρήσεων και η διατήρηση τους, ακόμα και αν δεν ήταν επικερδής, τώρα εξετάζονταν σοβαρά το ενδεχόμενο οι μη επικερδείς επιχειρήσεις να αφεθούν στην χρεοκοπία και ως εκ τούτου να έχουν την δυνατότητα να απολύσουν τους εργάτες τους1. Σε μερικές δοκιμαστικές τέτοιες προσπάθειες, όπου κλείσανε επιχειρήσεις και απολύθηκαν εργάτες, αφενός το οικονομικό κόστος των απολύσεων ήταν εξαιρετικά υψηλό και αφετέρου και πιο σημαντικό υπήρξε πολύ έντονη κοινωνική αναταραχή. Επιπλέον, ακόμα και στο άκουσμα της είδησης για κλείσιμο επιχειρήσεων, σχεδόν σε όλο το μήκος της χώρας, οι εργάτες δήλωναν ότι θα αντιδρούσαν έντονα σε μια τέτοια περίπτωση.
Έτσι κάνει την εμφάνιση του το «εργατικό πρόβλημα»: μελετητές, αναλυτές και κομματικά στελέχη διαπιστώνουν ότι οι εργάτες δεν είναι διατεθειμένοι να διευκολύνουν τα σχέδια της γραφειοκρατίας. Έτσι, η κομματική προπαγάνδα θα επινοήσει την «αρρώστια των κόκκινων ματιών» για να περιγράψει αυτούς που ζηλεύουν τον πλούτο2 των άλλων!!! Σε ένα εργοστάσιο 60 «ζηλιάρηδες» εργάτες θα επιτεθούν καταστρέφοντας και κόβοντας το ρεύμα, στην ίδια πόλη 100 κάτοικοι θα μηνύσουν τον ιδιοκτήτη του εργοστασίου απαιτώντας να μοιραστεί τα κέρδη του!!! Στην Εσωτερική Μογγολία, μάλιστα εμφανίστηκαν και σωματοφύλακες για να προστατεύσουν τους επενδυτές από την «ζήλια» των γειτόνων τους. Ακόμα και η Λαϊκή Ημερησία3 θα γράψει ότι υπάρχει αρκετή κοινωνική δυσαρέσκεια μιας και στις πόλεις το 27% του πληθυσμού επηρεάζεται άσχημα από τις μεταρρυθμίσεις, ενώ δεν υπάρχει και πολύ ενθουσιασμός να σπάσει το «σιδερένιο μπολ του ρυζιού», έκφραση που χρησιμοποιείται από το ΚΚΚ για να περιγράψει το σύστημα της ισόβιας εργασίας στα εργοστάσια που συνεπάγεται την «τεμπελιά». Το σιδερένιο μπολ δεν είναι όμως το μόνο που πράγμα που θα πρέπει να σπάσει. Η κατοικία είναι το δεύτερο. Προηγουμένως, η κατοικία χορηγούνταν από την επιχείρηση του εργαζόμενου, ή όταν θα πλήρωνε νοίκι αυτό θα ήταν εξαιρετικά χαμηλό (60 σεντς το ‘89 για μία 4μελή οικογένεια). Τώρα αυτό αλλάζει, σταματά η χορήγηση κατοικίας και οι εργάτες καλούνται να πληρώσουν για τα σπίτια από 13.000-41.000$ όταν ο μηνιαίος μισθός είναι 25$.
Στην ύπαιθρο η κατάσταση προ του ’89 δεν είναι καλύτερη. Οι ιδιωτικοποιήσεις της γης και η εμπορευματοποίηση θα τσακίσουν όλες τις προηγούμενες κοινωνικές δομές με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ήδη από το ’89 ένας πληθυσμός 50 εκατ. ο οποίος θα εγκαταλείψει την ύπαιθρο και θα αρχίσει να περιφέρεται στις πόλεις. Ακόμα, η απελευθέρωση των τιμών θα δημιουργήσει ελλείψεις και πληθωρισμό, ο οποίος θα έχει σαν αποτέλεσμα πολλά εκατ. αγροτών να βρεθούν στα πρόθυρα του λιμού. Από την άλλη οι φοιτητές δεν βρίσκονταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Οι περικοπές στην εκπαίδευση άγγιξαν και αυτούς με πολλούς τρόπους (περικοπές σε παροχές όπως και το γεγονός ότι οι περισσότεροι ήταν αναγκασμένοι παράλληλα να εργάζονται). Τέλος, ένα άλλο ζήτημα που έμπαινε πάρα πολύ ήταν η «διαφθορά του κόμματος», διαφθορά που δεν σήμαινε τίποτα άλλο παρά το γεγονός ότι από την μία στιγμή στην άλλη κομματικά στελέχη και διευθυντές εργοστασίων βρίσκονταν με τεράστιες επιχειρήσεις και ιδιοκτησίες στα χέρια τους.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες θα ξεπηδήσει το κίνημα των φοιτητών και των εργατών στις 15 Απριλίου 1989 όταν θα πεθαίνει ο Χου Γιαομπάνγκ4. Στις 17 θα γίνουν οι πρώτες δημόσιες εκδηλώσεις ζητώντας την πολιτική αποκατάσταση του. Αλλά όχι μόνο. Ακριβώς μετά ζητείται και η παραίτηση της κυβέρνησης. Στις εκδηλώσεις για την κηδεία του Χου Γιαομπάνγκ θα ξεσπάσουν ταραχές σε πολλές πόλεις της χώρας5. Στις 23 Απριλίου οι φοιτητές 5 πανεπιστημίων του Πεκίνου θα ξεκινήσουν αποχή ζητώντας από τις αρχές να αρχίσουν συνομιλίες μαζί τους, ενημέρωση του λαού για όσα διαδραματίστηκαν αυτές τις μέρες και κάλυψη του κινήματος από το κρατικά ΜΜΕ. Ταυτόχρονα θα συγκροτήσουν την Αυτόνομη Ένωση, η οποία αποτελεί και το οργανωτικό τους σχήμα, ενώ κηρύσσεται διαδήλωση για την επομένη. Το πρωί της 27ης ξεκινάει διαδήλωση 10.000 ανθρώπων, η οποία σπάει τον κλοιό των αστυνομικών και των στρατιωτών και κατευθύνεται προς την πλατεία Τιενανμέν. Για 12 ώρες η διαδήλωση διασχίζει την πόλη του Πεκίνου καλύπτοντας 40 χλμ. και το απόγευμα αριθμεί πια 100.000 ανθρώπους, 10 φράγματα της αστυνομίας θα σπάσουν χωρίς μεγάλη αντίσταση. Τις επόμενες μέρες θα ακολουθήσουν οι προσπάθειες της κυβέρνησης να χειραγωγήσει το κίνημα ξεκινώντας «διάλογο».
Τα αιτήματα των φοιτητών ζητούσαν: αποκατάσταση του Χου Γιαομπάνγκ, τιμωρία όσων επιτέθηκαν στους διαδηλωτές, ελευθερία του τύπου, διαφάνεια στα εισοδήματα και στην περιουσία των στελεχών, αύξηση των πιστώσεων για την παιδεία, αύξηση των μισθών των εκπαιδευτικών και αναθεώρηση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Στο Πεκίνο η Αυτόνομη Ένωση ζητάει από την Εθνοσυνέλευση να ξεκινήσει συνομιλίες μαζί της, ειδάλλως θα κηρύξει διαδήλωση για τις 4 Μαΐου. Στην ουρά της πορείας θα εμφανιστούν και πολλές χιλιάδες νέοι εργάτες. Έξω από το Πεκίνο σε πολλές πόλεις θα γίνουν διαδηλώσεις με αρκετές χιλιάδες συμμετέχοντες (Σαγκάη, Τσανγκτσούν, Σιαν, Νταλιάν, Βουχάν, Τσανγκτσά).
Το Σάββατο 13 Μαΐου θα ξεκινήσουν απεργία πείνας στην πλατεία Τιενανμέν 1.000 φοιτητές απαιτώντας την άμεση έναρξη διαπραγματεύσεων με την Αυτόνομη Ένωση, την επόμενη η κυβέρνηση θα υποχωρήσει, αλλά οι φοιτητές θέλουν να συνομιλήσουν όχι με δευτεροκλασάτα στελέχη, αλλά με τον Ζάο Ζιγιάνγκ και τον Λι Πενγκ. Την εβδομάδα που ακολουθεί οι διαδηλωτές θα φτάσουν το ένα εκατομμύριο, ενώ όλη η πόλη του Πεκίνου θα βρεθεί σε μία de facto γενική απεργία. Εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες θα κατακλύσουν το Πεκίνο εγκαταλείποντας την εργασία τους. Στις 20 Μαΐου ο Ζάο Ζιγιάνγκ και ο Λι Πενγκ θα επισκεφθούν τους απεργούς στην πλατεία. Όμως οι απεργοί είναι αμετάπειστοι. Εν τω μεταξύ, χιλιάδες είναι και αυτοί που καταφθάνουν από τις επαρχίες, η ημιεπίσημη China Daily κάνει λόγο για 50.000 άτομα κάθε μέρα.
Από τις 18 Μάη και μετά αρχίζει η σταδιακή προώθηση του στρατού, με απώτερο στόχο την εκκένωση της Τιενανμέν. Όμως η αντίσταση του πληθυσμού, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες κατακλύζουν τους δρόμους, στήνουν οδοφράγματα, αλλά και η απροθυμία των ίδιων των στρατιωτών να συγκρουστούν με τον πληθυσμό δεν θα επιτρέψουν την εκκένωση της πλατείας. Αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί για αρκετές μέρες ακόμα. Σχεδόν κάθε μέρα μέχρι και τις 3 Ιουνίου γίνονται πορείες και διαδηλώσεις στο Πεκίνο αλλά και σε άλλες πόλεις, με βασικό αίτημα την άρση του στρατιωτικού νόμου και την παραίτηση του Λι Πενγκ. Το φοιτητικό κίνημα σε μεγάλο βαθμό έχει συρρικνωθεί, στην πλατεία πια μένουν 2.000 άτομα κάθε βράδυ, και ουσιαστικά αυτό που αποτρέπει την εκκένωση της πλατείας είναι η κινητοποίηση του πληθυσμού.
Κατά την διάρκεια των ταραχών του Μαΐου θα δημιουργηθεί και η Αυτόνομη Ένωση Εργατών, μία από τις πρώτες μορφές αυτοοργάνωσης στην σύγχρονη Κίνα. Φυσικά τα μέλη της θα κυνηγηθούν ανελέητα. Στους σκοπούς της αναφέρονται τα εξής: «Η οργάνωση ιδρύεται με την εθελοντική συμμετοχή των εργατών και με δημοκρατικές διαδικασίες. Είναι απολύτως ανεξάρτητη και δεν υπόκειται στον έλεγχο καμίας άλλης οργάνωσης. Θεμελιώδης αρχή της οργάνωσης είναι να στηριχτεί στην θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών για να διατυπώσει τις πολιτικές και οικονομικές διεκδικήσεις τους. Μία από τις βασικές λειτουργίες της οργάνωσης είναι να ασκεί έλεγχο στο ΚΚ.»
Το Σάββατο 3 Ιουνίου θα ξεκινήσει η εκ νέου προώθηση των στρατιωτών, η οποία θα έχει άμεσα απάντηση την κάθοδο στους δρόμους 100.000 ανθρώπων. Το βράδυ οι συγκεντρωμένοί στην Τιενανμέν θα είναι πολλές δεκάδες χιλιάδες, τα μεσάνυχτα θα ξεκινήσει η εισβολή στην πλατεία. Γύρω από την πλατεία νεαροί εργάτες θα προσπαθούν με κάθε τρόπο να σταματήσουν τα τανκ, με μολότοφ και οδοφράγματα. Οι φοιτητές είναι συγκεντρωμένοι στα σκαλιά του Μνημείου των Ηρώων6. Μετά τις δύο τα πρώτα τεθωρακισμένα θα πέσουν πάνω στα πλήθη και θα αρχίσουν οι πυροβολισμοί με τα πολυβόλα. Στην πλατεία ακολουθεί το χάος, οι φοιτητές όμως δεν θα χρησιμοποιήσουν βία, ενώ 5.000 από αυτούς θα παραμείνουν στο μνημείο, μέχρι τα τανκ να τους σημαδευόσουν με τα κανόνια και να αποχωρήσουν. Γύρω όμως από την πλατεία, οι συγκρούσεις ακόμα μαίνονται, οι νεαροί εργάτες συνεχίζουν να επιτίθενται με ότι μέσα έχουν στα τεθωρακισμένα και στους στρατιώτες. Στις 6.00 το πρωί της Κυριακής η πλατεία έχει ουσιαστικά καταληφθεί από το στρατό, ενώ οι συγκρούσεις μεταφέρονται σε άλλες περιοχές της πόλης. Το Ράδιο-Πεκίνο στα αγγλικά θα ανακοινώσει: «Υπάρχουν χιλιάδες νεκροί. Ο στρατός πυροβολούσε στα τυφλά πάνω στο ανυπεράσπιστο πλήθος.» Λίγες ώρες μετά και αφού ο σταθμός, μάλλον, θα επανακαταληφθεί ανακοινώνεται: «Συντρίψαμε την αντεπαναστατική ανταρσία.» Το απόγευμα θα ανακοινωθεί ένα επείγον ανακοινωθέν του γενικού στρατηγείου, σημάδι ότι οι συγκρούσεις συνεχίζονταν ακόμα και είχαν πάρει και έναν άλλο χαρακτήρα: «1. Όλα τα όπλα και ο εξοπλισμός που αφαιρέθηκε από το στρατό πρέπει να επιστραφούν. 2. Οι στρατιώτες και οι αστυνομικοί πρέπει να αφεθούν αμέσως ελεύθεροι. 3. Οι επιθέσεις και οι εμπρησμοί στρατιωτικών οχημάτων πρέπει να σταματήσουν.» Μόνο στις 6 Ιουνίου θα βασιλεύσει η τάξη στο Πεκίνο.
Από την άλλη ταυτόχρονα θα αρχίσουν να συμβαίνουν διάφορα περίεργα στο Πεκίνο. Όλες αυτές τις μέρες δεν θα εμφανιστεί κανένα πρόσωπο ή όργανο της κεντρικής εξουσίας. Επιπλέον, υπάρχει η έντονη φήμη ότι υπήρξε σύγκρουση μεταξύ του στρατεύματος: η 38η Στρατιά του Πεκίνου που έδειχνε απροθυμία στην εφαρμογή του στρατιωτικού νόμου πρέπει να συγκρούστηκε και στρατιωτικά με την 27η που ήρθε από την Εσωτερική Μογγολία. Τις τρεις αυτές μέρες ακούγονταν πολύ συχνά εκρήξεις βαρέως πυροβολικού, το οποίο σίγουρα δεν θα είχε για στόχο τον πληθυσμό. Την Πέμπτη 9 Ιουνίου τα πράγματα μάλλον ομαλοποιήθηκαν, ο Λι Πενγκ εμφανίζεται και κάνει πανηγυρικές δηλώσεις. Από ότι φαίνεται ταυτόχρονα με τις συγκρούσεις στους δρόμους υπήρξε και άλλη μία σύγκρουση για το ποια θα είναι η ηγετική ομάδα στο ΚΚΚ.
Οι νεκροί των ημερών αυτών θα πρέπει να υπολογιστούν γύρω στις 5.000, ενώ στις μέρες και τους μήνες που ακολουθούν θα υπάρξει ένα τεράστιο κυνηγητό «ταραξιών και αντεπαναστατών». Ο αριθμός που αναφέραμε παραπάνω είναι μάλλον συγκρατημένος, πολλοί ήταν αυτοί που εκτελέστηκαν και δολοφονήθηκαν στα «σκοτεινά». Το κύριο βάρος της καταστολής, όπως και το κύριο βάρος της αντίστασης, έπεσε πάνω στους νέους εργαζόμενους και τους άνεργους. Στον αριθμό των 321 νεκρών (που είναι το επίσημο νούμερο), μόνο οι 23 νεκροί ήταν φοιτητές, ενώ οι περισσότεροι που εκτελέστηκαν στην συνέχεια θα είναι νέοι εργάτες και άνεργοι.
Οι συγκρούσεις φυσικά δεν περιορίστηκαν στο Πεκίνο. Υπήρξαν διαδηλώσεις, συγκρούσεις, επέμβαση του στρατού και νεκροί και σε πολλές άλλες πόλεις της χώρας (Σαγκάη, Καντόνα, Βουτσάνγκ, Χαρμπίν, Σεγιάνγκ, Τσενγκντού κλπ).
Η εικόνα που έχουμε πιθανά όλοι στο μυαλό μας όσον αφορά την εξέγερση της Τιενανμέν, είναι ένας άντρας που στέκεται μόνος του απέναντι από μία σειρά τανκ, και η ερμηνεία που δίνουμε σχεδόν αυτοματοποιημένα οι περισσότεροι είναι μέσα στο γενικότερο κλίμα «κατάρρευσης» του ανατολικού μπλοκ. Αφήνοντας κατά μέρους ένα ευρύτερο ζήτημα που ρωτά τι ακριβώς έγινε στο ανατολικό μπλοκ το ’89, εμείς δυσκολευόμαστε να δώσουμε αυτή την ερμηνεία στην εξέγερση της Τιενανμέν. Για μία σειρά από λόγους.
Πρώτον, η εξέγερση δεν πυροδοτήθηκε από τα «πάνω», ο στρατός δεν έκανε π.χ. κάποιες κινήσεις για την ανατροπή του καθεστώτος (όπως σε κάποιες άλλες χώρες). Αυτό φαίνεται και από πολλά ακόμα πράγματα, όπως η διάρκεια του κινήματος, η μαζική κινητοποίηση του πληθυσμού κα. Αυτά τα γεγονότα προϋπήρξαν χρονικά, από τις όποιες ενδογραφειοκρατικές συγκρούσεις (οι οποίες σαν πεδίο σύγκρουσης είχαν ακριβώς την ίδια την εξέγερση και πως θα αντιμετωπιστεί) ή λιποταξίες στρατιωτών.
Δεύτερον, δεν έμπαινε ζήτημα αλλαγής του καθεστώτος, τουλάχιστον άμεσα και ρητά. Ας μην ξεχνάμε ότι το ΚΚΚ ήταν ιστορικά το μόνο ΚΚ με τόσο τεράστια κοινωνική αποδοχή. Τα περισσότερα αιτήματα κινούνταν στο κλίμα της «περεστρόικα»: εκδημοκρατισμός σε μία σειρά πραγμάτων. Αλλά και αυτό από μόνο του την στιγμή που προκύπτει από τα «κάτω» σαν κοινωνικό αίτημα, και όχι σαν μία προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης όπως η «περεστρόικα», έχει σαφέστατα ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά. Γιατί; Διότι είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι, που κατακτούν αυτούς τους «εκδημοκρατισμούς» (μέσα από διαδικασίες αγώνα, οργάνωσης, σύγκρουσης κλπ), και όχι η γραφειοκρατία που παράγει μία ακόμα πολιτική «αξία». Με απλά λόγια το ένα είναι άμεσα συνδεδεμένο με την «αυτονομία της τάξης» και το γίγνεσθαι της, η άλλη προϊόν του ακριβώς αντίθετου πράγματος. Και ακόμα: όποιο κοινωνικό κομμάτι έχει αιτήματα που απαιτούν μέρος της εξουσίας που του ασκείται θεωρούμε ότι εκ των πραγμάτων έχει ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά.
Τρίτον, την εξέγερση δεν την έκαναν μόνο και μόνοι τους οι φοιτητές. Στους δρόμους κατέβηκαν πολύ πιο ευρεία κομμάτια του πληθυσμού (μέχρι απλά και χαμηλόβαθμα μέλη του κόμματος), τα οποία όχι απλώς υποστήριζαν αλλά επί σχεδόν ένα μήνα εμπόδιζαν με την δράση τους τον στρατό, ακόμα τις μάχες γύρω από την πλατεία καθώς και σε όλη την πόλη δεν τις έδωσαν οι φοιτητές οργανωμένα. πολύ περισσότερο αυτές τις έδωσαν εργάτες και άνεργοι καθώς και λιποτάκτες στρατιώτες. Η επίσημη οργάνωση των φοιτητών απέφευγε ρητά την βία…
Τέταρτον, τις αιτίες της εξέγερσης δεν θα τις βρούμε άφθονες σε μία π.χ. «πολιτική σκλήρυνση» του καθεστώτος, αλλά μάλλον σε πιο «οικονομικά» αίτια. Για εμάς, η εξέγερση ήταν μάλλον μία απάντηση στο νεοφιλελευθερισμό, προτού να είναι κάτι άλλο.
Και πέμπτον, κάτι που αναλύεται πολύ περισσότερο παρακάτω. Μετά την εξέγερση αυτό που θα αρχίσει να αναπτύσσεται δεν θα είναι ένα «δημοκρατικό» κίνημα, αλλά ένα εργατικό. Η ίδια η εξέγερση δηλ. μέσα στην ιστορική της προοπτική δεν θα τροφοδοτήσει τους «δημοκράτες» της Κίνας, αλλά τους εργάτες της…
2. Οι καινούριοι κοινωνικοί σχηματισμοί
Στα 25 περίπου χρόνια νεοφιλελευθερισμού της Κίνας, άλλαξαν πολλά στην κοινωνική πυραμίδα της κινέζικης κοινωνίας. Οι αλλαγές επήλθαν σε όλο το πλάτος της κοινωνικής κλίμακας. Εδώ φυσικά ούτε για αστείο δεν είμαστε σε θέση για μία σε βάθος και έκταση ανάλυση αυτού του πράγματος. Ωστόσο, ακόμα και περιγραφικά έχουν νομίζουμε σημασία οι λέξεις που ακολουθούν.
Οι επιχειρήσεις στην Κίνα χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες. Στις κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεις (ΚΙΕ) -ένα νούμερο γύρω στις 190.000- εκεί η κατάσταση είναι αυτή που υπήρχε και πριν, διευθυντές-στελέχη του κόμματος (τα οποία πλουτίζουν με κάθε τρόπο), εργαζόμενοι με συγκριτικά καλύτερους μισθούς και σταθερότητα. Στις πρώην κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεις, όπου το μοτίβο ήταν η μεταβίβαση της ιδιοκτησίας τους στους διευθυντές τους και μία σαφέστατη υποβάθμιση των εργαζομένων σε αυτές. Και τέλος στις επιχειρήσεις ξένων αλλά και κινέζικων επενδύσεων (ΕΞΕ), στις οποίες η κατάσταση είναι η χειρότερη όλων. Στον αγροτικό τομέα, ουσιαστικά η μικρή ιδιοκτησία της γης σαν οικονομική παραγωγή, έχει εξαφανιστεί (κάτω από την πίεση της φορολογίας βασικά και της πολιτικής του ενός παιδιού), και η γη έχει αρχίσει να συγκεντρώνεται σε κομματικά στελέχη-φεουδάρχες.
Η κατάσταση των εργαζομένων στις ΚΙΕ είναι γενικώς καλύτερη από όλες τις υπόλοιπες στον βαθμό που διατηρούν ακόμα κάποιες κατακτήσεις, όμως πρώτον αυτή η κατάσταση δεν θα συνεχιστεί μάλλον για πολύ ακόμα (μιας και οι αποκρατικοποιήσεις συνεχίζονται με γρήγορους ρυθμούς) και δεύτερον μία γενική υποβάθμιση και υποτίμηση της εργασίας δεν μπορεί να αφήσει εντελώς ανεπηρέαστους άλλους παραγωγικούς τομείς. Όσον αφορά τους εργάτες στις πρώην-ΚΙΕ, οι μεταρρυθμίσεις θα επιφέρουν σημαντικές αλλαγές. Προηγουμένως οι εργάτες σε αυτές τις επιχειρήσεις είχαν εξασφαλισμένα μία σειρά πραγμάτων όπως, εξασφαλισμένη εργασία (και αυτό συνεπάγεται σταθερό μισθό, σύνταξη κλπ. άρα και ένα ελάχιστο επίπέδο διαβίωσης), και μία σειρά προνοιακών παροχών όπως εκπαίδευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κλπ. Οι μεταρρυθμίσεις -αποκρατικοποίηση των επιχειρήσεων και πέρασμα της ιδιοκτησίας στα χέρια των πρώην διευθυντών- θα φέρουν σε πολύ πιο δυσμενή θέση τους εργάτες. Πολλοί από αυτούς θα δουν τους μισθούς τους να περικόπτονται –στις αποκρατικοποιημένες επιχειρήσεις δεν αναγνωρίζονταν η προϋπηρεσία στην ίδια ακριβώς επιχείρηση!!!- την θέση τους να γίνεται επισφαλής –πια οι περισσότεροι δουλεύουν με συμβάσεις περιορισμένου χρόνου που διαρκώς ανανεώνονται- και μία σειρά προνοιακών αποδοχών να εξαφανίζονται είτε με την κατάργηση τους είτε κάτω από το βάρος του κόστους που έχουν πια και στο οποίο δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οι εργαζόμενοι.
Στην ύπαιθρο οι κολεκτίβες του Μεγάλου Άλματος θα παίξουν έναν ανάλογο ρόλο, η έστω και περιορισμένη κοινωνικοποιημένη παραγωγή, όπως και το γεγονός ότι το βάρος της παραγωγής και της αναπαραγωγής έπεφτε στην κολεκτίβα, εξασφαλίζουν για τους αγρότες μία σειρά πραγμάτων: σταθερό εισόδημα, κοινωνική πρόνοια, εκπαίδευση κλπ. Οι μεταρρυθμίσεις του ’80, οι οποίες σημαίνουν κατάργηση της κοινωνικοποιημένης παραγωγής, και μεταφορά του κόστους διαβίωσης στην οικογένεια και όχι στην κοινότητα, επίσης η πολιτική του ενός παιδιού (στην βάση της οποίας δεν μπορεί να λειτουργήσει η αγροτική οικονομία) και οι επιπλέον φόροι που συνεχώς θα επιβάλλει ένα «φεουδαρχικό» κόμμα και τέλος οι επενδυτές που αναζητούσαν φτηνή εργατική δύναμη θα δημιουργήσουν από την μια μία τεράστια μάζα εξαθλιωμένων αγροτών από τους οποίους θα προέλθει ένας τεράστιος πληθυσμός (υπολογίζεται γύρω στα 100 εκατ.) εσωτερικών μεταναστών, οι οποίοι μην έχοντας καμία δυνατότητα επιβίωσης καταφεύγουν στις πόλεις προκειμένου να επιβιώσουν.
Από την άλλη στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας θα συμβούν αλλαγές. Οι αποκρατικοποιήσεις και το άνοιγμα των αγορών θα δημιουργήσουν ένα καινούριο στρώμα, αυτό των πρώην διευθυντών –νυν ιδιοκτητών πια- ενώ το άνοιγμα των αγορών θα δημιουργήσει ένα στρώμα άμεσα εμπλεκόμενων στην λειτουργία τους. Αυτό το στρώμα πια έχει διαφορετικά συμφέροντα και χαρακτηριστικά από το κράτος-κόμμα. Οι γραφειοκράτες ελέγχουν την οικονομία και κατέχουν την εξουσία, οι αστοί θέλουν τουλάχιστον να απελευθερώσουν τον έλεγχο της οικονομίας. Τα παραπάνω ας μην γίνουν αντιληπτά σαν κάποια ταξική σύγκρουση στην κορφή της κοινωνικής κλίμακας, σε ένα μεγάλο βαθμό το ένα στρώμα εξαρτάται άμεσα από το άλλο. Η αντίθεση θα πρέπει να προχωρήσει παραπέρα για να γίνει αντιληπτή σαν σύγκρουση.
Παραπάνω περιγράψαμε πως έχει η κατάσταση στις πρώην-ΚΙΕ. Εδώ ας δούμε ποια είναι η κατάσταση του εργατικού πληθυσμού που έχει φύγει από τις αγροτικές περιοχές για τα αστικά κέντρα. Σημείωση: αυτός ο πληθυσμός είναι παράνομος, ουσιαστικά κάτι σαν λαθρομετανάστες. Αυτό σημαίνει μία σειρά πραγμάτων: δεν έχουν καμία δυνατότητα συνδικαλισμού (τα συνδικάτα δέχονται μόνο νόμιμους εργάτες, οι οποίοι τουλάχιστον είναι περισσότερο εξασφαλισμένοι ότι θα πάρουν κανονικά τον μισθό τους), δεν έχουν κανένα σχεδόν δικαίωμα και πολύ συχνά είναι έρμαια διάφορων εκβιασμών, της αστυνομίας, των τοπικών αρχών κλπ.
Αντιγράφουμε από ένα άρθρο της Guardian: «Στο εργοτάξιο που δουλεύει ο Χουάνγκ, οι εργάτες δεν έχουν συμβόλαια ή μηνιαίους μισθούς. Τους έχουν υποσχεθεί τα χρήματα για το τέλος της χρονιάς, και μέχρι τότε για να ζήσουν είναι αναγκασμένοι να δανείζονται από τα αφεντικά τους για κατάλυμα σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο, όπου στοιβάζονται σε μικρά και βρώμικα δωμάτια έχοντας από κοινού μερικές σανίδες για κρεβάτι και κάνοντας ουρές με ποτήρια και πιάτα για ρύζι, σούπα και καμιά φορά κρέας. Για όλα αυτά πληρώνουν κάθε μέρα τα αφεντικά τους 33 πένες. Υπάρχει το ρίσκο (;;;!!!) ότι οι μισθοί, καθώς συσσωρεύονται με τους μήνες, ή ακόμα με τα χρόνια(;;;!!!) ίσως να μην πληρωθούν ποτέ, επειδή οι επενδυτές δεν έχουν χρήματα(;;;!!!) ή αποτυγχάνουν να βρουν αγοραστές. Ο Μάο Γιουσί, διευθυντής του Κρατικού Ινστιτούτου Οικονομικών, υπολογίζει ότι οι καθυστερημένοι(;;;!!!) μισθοί ανέρχονται σε δισεκατομμύρια δολάρια. Και συνεχίζει: «Όταν οι εργάτες δεν παίρνουν τους μισθούς τους κανονικά, δεν έχουν και πολλές επιλογές παρά να συνεχίσουν να δουλεύουν, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα πληρωθούν.»
Αυτή είναι και η συνηθισμένη κατάσταση που επικρατεί για τους λαθρομετανάστες. Άθλιες συνθήκες διαβίωσης, ακόμα πιο άθλιες συνθήκες εργασίας, πρακτικά μηδενικές αποδοχές, κανένα δικαίωμα
3. Εργατικοί αγώνες από το 1989 και μετά.
Παραπάνω περιγράψαμε σε πολύ γενικές γραμμές μία κατάσταση, σε αυτή την ενότητα θα προσπαθήσουμε να εμβαθύνουμε κάπως στις αντιστάσεις των κινέζων εργατών.
Αν κοιτάξουμε λίγο σε βάθος 20 χρόνων τις αντιστάσεις του κινέζικου εργατικού κινήματος (με τα όντως πολύ λίγα στοιχεία που έχουμε) θα μπορούσαμε να διακρίνουμε κάποια εξέλιξη; Το εργατικό κίνημα πάει προς κάπου, έχει κάποιους πολιτικούς στόχους; Ή περιορίζεται στα στενά συνδικαλιστικά ζητήματα (ενάντια σε απολύσεις, αυξήσεις των μισθών κλπ);
Καταρχήν για να απαντηθούν όλες αυτές οι ερωτήσεις και πιθανά πολλές περισσότερες που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν στην σκιά τους, χρειάζεται να γίνει σαφέστατος ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε αυτά τα ζητήματα, αλλά πρώτον δεν είναι εδώ ο κατάλληλος χώρος και δεύτερον ούτε και εμείς οι ίδιοι τα έχουμε με κάποια έστω σχετική σαφήνεια λυμένα. Έχουμε ωστόσο κάποια ερωτήματα, και μία προσωρινή θέση. Ας πούμε τι σημαίνει ιστορική εξέλιξη; Πως μπορείς να μιλήσεις για αυτήν χωρίς να πέσεις στην λούμπα του μαρξιστικού ντετερμινισμού; Ακόμα τι πάει να πει πολιτικός στόχος (ή πολιτικά αιτήματα…); Όπως και τι σημαίνει συνδικαλιστικό ζήτημα; Αν αφήσουμε τις λενινιστικές βλακείες (που επέρχονται σαν την ιστορική δικαίωση της λογικής της πρωτοπορίας) κατά μέρους, και εξετάσουμε τα «συνδικαλιστικά ζητήματα» λίγο πιο αναλυτικά μπορεί και να εκπλαγούμε. Πολλά ίσως είναι περισσότερο πολιτικά από ότι φανταζόμαστε…
Το ζήτημα είναι το εξής: κατά πάσα πιθανότητα οι κινέζοι εργάτες ποσώς ενδιαφέρονται για τα ζητήματα που αφορούν εμάς. Οι κινέζοι εργάτες, επίσης κατά πάσα πιθανότητα, ποσώς ενδιαφέρονται αν τα ζητήματα που βάζουν είναι περισσότερο πολιτικά, ή περισσότερο συνδικαλιστικά. Οι κινέζοι εργάτες, κατά πάσα πιθανότητα, αντιμετωπίζουν ένα πλήθος ζητημάτων και τα οποία προσπαθούν να τα λύσουν. Με δυο λέξεις για να το καταλήξουμε, οι κινέζοι εργάτες αγωνίζονται εναντίον των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας τους. Είναι μερικές χιλιάδες φορές δική τους υπόθεση το πώς γίνεται αυτός ο αγώνας παρά δικιά μας… Και είναι μερικές χιλιάδες φορές δικιά μας υπόθεση το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς αυτό τον αγώνα… Δυστυχώς, ο κοινωνικός ανταγωνισμός δεν έχει μειώσει τις αποστάσεις περισσότερο…
Αμέσως μετά την εξέγερση της Τιενανμέν, ενώ όπως είπαμε το φοιτητικό κίνημα ουσιαστικά κατέρρευσε, οι εργατικές αντιστάσεις αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται: το 1991 θα ιδρυθεί το Ελεύθερο Εργατικό Συνδικάτο, όμως την επόμενη χρονιά θα κατασταλεί, και τα ιδρυτικά μέλη του είναι ακόμα μέχρι σήμερα στην φυλακή. Το 1991 το Υπουργείο Ασφαλείας θα ερευνήσει (και θα διαλύσει;) 14 παράνομες εργατικές ενώσεις με μέλη από 20 ως και 300 εργάτες. Το 1994 δύο εργάτες θα φυλακιστούν επειδή προσπάθησαν να φτιάξουν συνδικάτο. Το 1998 ένας εργάτης από το Χουνάν απευθύνθηκε στα κυβερνητικά όργανα προκειμένου να φτιάξει μία ένωση για τους απολυμένους εργάτες και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή. Το 1999 δύο εργάτες που δημιούργησαν μία εφημερίδα καταδικάστηκαν σε 10 χρόνια φυλακή. Την ίδια χρονιά ένας άλλος εργάτης κλείστηκε σε ψυχιατρείο επειδή προσπάθησε να οργανώσει ένα ανεξάρτητο συνδικάτο. Συνολικά από το ’92 έως το ’98 υπήρξε μία αύξηση των εργατικών συγκρούσεων της τάξης του 1.400%!!!
Τα πρώτα στοιχεία μαζικών απεργιών που έχουμε αναφέρονται στη διετία 1997-98. Στο Μινγιάνγκ τον Ιούλη του 1997 χιλιάδες εργάτες θα συγκρουστούν με την αστυνομία, αιτία το κλείσιμο των εργοστασίων της περιοχής. Λίγους μήνες νωρίτερα 20.000 εργάτες στο Ναντσόνγκ πολιόρκησαν το δημαρχείο προκειμένου να τους δοθούν οι απλήρωτοι μισθοί τους. Τελικά οι εργαζόμενοι πληρώθηκαν. Στα τέλη του 1997 πάνω από 100.000 άτομα πήραν μέρος σε σφοδρές συγκρούσεις με την ένοπλη αστυνομία στην βόρεια επαρχία του Χεϊλογιάνγκ. Οι απεργίες και οι συγκρούσεις έφτασαν πολύ κοντά στο να θεωρηθούν εξέγερση. Την ίδια περίοδο στο Κικιχάρ, ανατολικότερα, οι εργάτες ενός εργοστασίου τραίνων κήρυξαν απεργία με αιτήματα να μπει τέλος στην εκμετάλλευση και την διαφθορά. Λίγες μέρες αργότερα η απεργία έχει εξαπλωθεί σε 7 εργοστάσια με 30.000 εργάτες. Στο Μουντανγιάνγκ, λίγο νοτιότερα, 22.000 απεργοί εργάτες εξέλεξαν αντιπροσώπους, και υπέβαλλαν στις αρχές μία σειρά λεπτομερών αιτημάτων τα οποία περιελάμβαναν: απαγόρευση των απολύσεων, πόλεμο στην διαφθορά υπό εργατικό έλεγχο και μία σειρά θεσμικών αλλαγών υπέρ των εργατών.
Τον Απρίλη του 1998 οι 30.000 ανθρακωρύχοι στο Τζιανγκσί θα ξεκινήσουν απεργίες και κινητοποιήσεις, οι οποίες θα κρατήσουν πολλούς μήνες. Οι τοπικές αρχές απέρριψαν όλα τα αιτήματα για συναντήσεις. Οι απεργοί θα αποκλείσουν δρόμους και σιδηροδρομικές γραμμές, θα καταλάβουν ένα αστυνομικό τμήμα προκειμένου να απελευθερωθούν συλληφθέντες και θα αποκλείσουν το αεροδρόμιο, ακόμα θα καταλάβουν ένα τραίνο προκειμένου να μεταβούν στο Πεκίνο. Τον Ιούνη της ίδιας χρονιάς θα γίνει μία πολυάριθμη απεργία και από τους εργάτες ενός κρατικής ιδιοκτησίας ανθρακωρυχείου στο Βουχάν, τα αιτήματα τους; Αύξηση σχεδόν 100% στον μισθό, χαμηλότερους μισθούς για την διεύθυνση (!!!), και περισσότερη ασφάλεια στον χώρο εργασίας για αποφυγή εργατικών ατυχημάτων.
Οι περισσότερες από αυτές τις κινητοποιήσεις, τις απεργίες και τις συγκρούσεις ήταν μάλλον ελάχιστα οργανωμένες, αν και υπάρχουν κάποια στοιχεία που βάζουν το ζήτημα της αυτοοργάνωσης. Η μαζικότητα των κινητοποιήσεων δεν θα πρέπει να μας κάνει εντύπωση, αυτό που θα πρέπει να εντυπωσιάζει μάλλον περισσότερο είναι το γεγονός της έκτασης που πήραν οι συγκρούσεις αλλά και η εξάπλωση τους, παρόλη την καραντίνα στην διακίνηση των πληροφοριών και τον έλεγχο στα ΜΜΕ. Τα επόμενα χρόνια οι συγκρούσεις δεν θα μετριαστούν, θα γίνουν ακόμα μαζικότερες, ακόμα πιο δυναμικές και με πολύ πιο σαφέστατα στοιχεία οργάνωσης.
Στις αρχές τις τωρινής 10ετίας, σημείο καμπής θα αποτελέσουν οι εξεγέρσεις και οι διαμαρτυρίες που θα σημειωθούν σε διάφορες περιοχές της χώρας την άνοιξη του 2002. Οι κινητοποιήσεις αυτές είχαν κάποιες διαφορές σε σχέση με τις προηγούμενες και ίσως να σηματοδοτούν κάποια περαιτέρω εξέλιξη. Επομένως θα ασχοληθούμε λίγο παραπάνω. Στις αρχές του 2002 αρχικά από το Ντατσίνγκ και το Λιαογιάνγκ, στα βορειανατολικά (όπου βρίσκεται και το μεγαλύτερο μέρος της βαριάς βιομηχανίας) θα ξεκινήσουν μαζικές διαδηλώσεις από δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους ενάντια στις περικοπές δαπανών και την αποτυχία της κυβέρνησης για ικανοποιητική κοινωνική προστασία. Σύντομα η κοινωνική αναταραχή εξαπλώθηκε και σε άλλες επαρχίες, βόρεια και δυτικά: στις επαρχίες Χεϊλογιάνγκ, Λιαονίνγκ, Σετσουάν και Χεμπέι πάνω από 100.000 άνθρωποι θα διαδηλώσουν και θα αποκλείσουν δρόμους. Τα κύρια αιτήματα ήταν να σταματήσουν οι περικοπές δαπανών για την πρόνοια και να απομακρυνθούν διάφοροι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι.
Οι κινητοποιήσεις αυτές άμεσα αντιμετώπισαν άγρια καταστολή. Οι παραστρατιωτικές μονάδες κινήθηκαν εναντίον των διαδηλωτών και όσοι συλλήφθηκαν καταδικάστηκαν με την «συνηθισμένη» ποινή για τέτοιες ενέργειες: 10ετη κάθειρξη σε «στρατόπεδο αναμόρφωσης μέσω της εργασίας» (λαογκάι). Ωστόσο, παρά την καταστολή οι διαμαρτυρίες στο Ντατσίνγκ και το Λιαογιάνγκ θα συνεχιστούν για σχεδόν ένα τετράμηνο. Αυτές οι διαμαρτυρίες θα αποτελέσουν μία νέα καμπή στους αγώνες της εργατικής τάξης για μία σειρά από λόγους. Πρώτον, θα καταφέρουν οι εργαζόμενοι σε αυτές τις δύο περιοχές να κατακτήσουν ένα υψηλότερο επίπεδο οργάνωσης που θα τους επιτρέψει και να αντισταθούν στην αστυνομικοδικαστική καταστολή αλλά και το κυριότερο να οργανώσουν πολύ καλύτερα τις αντιστάσεις τους, δεύτερον για πρώτη φορά θα σπάσει το μονοπώλιο του κόμματος στην πληροφόρηση και θα εκδηλωθούν απεργίες και κινητοποιήσεις αλληλεγγύης από άλλες πόλεις, περιοχές και εργοστάσια, τρίτον το παράδειγμα της οργάνωσης των εργαζομένων σε αυτές τις δύο περιοχές θα το ακολουθήσουν και σε άλλες περιπτώσεις οι εργαζόμενοι.
Τα ζητήματα που μπήκαν από αυτές τις κινητοποιήσεις ήταν κατά κύριο λόγο οικονομικά. Μιας και το πλήθος των εργαζομένων εκεί ήταν άνθρωποι ηλικίας 40-50 ετών οι οποίοι είδαν ξαφνικά το βιοτικό τους επίπεδο, ειδικά μετά τις μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του ’90, να πέφτει κατακόρυφα. Ωστόσο, υπήρχε και ένας σαφής πολιτικός λόγος, όταν μπαίνουν ζητήματα κατεύθυνσης της οικονομίας (όπως π.χ. ενάντια στις περικοπές δαπανών για πρόνοια, συντάξεις κλπ), αυτοοργάνωσης του συνδικαλιστικού αγώνα, αλλά και κριτική στον συνολικό τρόπο οργάνωσης και διεύθυνσης της κοινωνίας καταγγέλλοντας τα «διεφθαρμένα» στελέχη7.
Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε σελίδες επί σελίδων με πληροφορίες σχετικές με απεργίες και κινητοποιήσεις των εργατών και των εργατριών της Κίνας (το 2004 7.000 εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας κατέλαβαν το εργοστάσιο τους, 1000 παραστρατιωτικοί στάλθηκαν να τις καταστείλουν), όμως δεν είναι αυτό το νόημα του κειμένου αυτού.
Η Κίνα δεν βρίσκεται στα πρόθυρα της γενικευμένης εξέγερσης και για να μιλάμε για ουσιαστική και γενικευμένη κοινωνική σύγκρουση θα πρέπει να γίνεται λόγος για εκατομμύρια απεργών σε όλη την χώρα… Εδώ ένας καλός λενινιστής θα έβαζε το ζήτημα του κόμματος που θα ηγηθεί αυτών των αγώνων, ξεχνώντας όμως μία μικρή λεπτομέρεια: ότι αυτό το κόμμα υπάρχει ήδη…
4. Η διαχείριση των εργατικών αγώνων
Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο φαίνεται να απασχολεί ολοένα και περισσότερο τους διαχειριστές του κινεζικού κράτους, και πράγμα που φανερώνει μία επιπλέον σημαντικότητα, είναι η διαχείριση των κοινωνικών κρίσεων από την μια, και από την άλλη το ζήτημα που διαρκώς προκύπτει είναι αυτό της οργάνωσης των εργατικών αγώνων.
Στην Κίνα ο κρατικός έλεγχος των μέσων επικοινωνίας είναι πρωτοφανής, όχι επειδή δεν έχει ιστορικό προηγούμενο αλλά εξαιτίας των μέσων που προσπαθεί να ελέγξει (νέες τεχνολογίες, διαδίκτυο κλπ). Τα ΜΜΕ είναι όλα απολύτως ελεγχόμενα από το κόμμα, ενώ υπάρχει και ένα ειδικό σώμα 30.000 αστυνομικών οι οποίοι επιτηρούν και ελέγχουν το διαδίκτυο. Ακόμα ας μην αναφέρουμε και την συμφωνία της κυβέρνησης της ΛΔΚ με το Google να μην δείχνει στα αποτελέσματα του αντικαθεστωτικά sites. Σχεδόν στο μεγάλο πλήθος των περιπτώσεων εργατικών αγώνων, απεργιών και διεκδικήσεων αυτοί μπαίνουν σε καραντίνα και σχεδόν τίποτα δεν μαθαίνεται από την μία επαρχία στην άλλη. Επιπλέον, υπάρχει και η έντονη καταστολή, οι καταδίκες για τον αυτοοργανωμένο συνδικαλισμό είναι εξοντωτικές, πολυετείς φυλακίσεις και εκτοπισμός για «αναμόρφωση μέσω της εργασίας». Είναι προφανές, κάτω από αυτό το πρίσμα, και με δεδομένο ότι η Κίνα είναι ένα καζάνι που βράζει, ότι αν κατορθώσουν οι εργάτες τουλάχιστον να επικοινωνούν ελεύθερα, η κρίση θα γίνει ακόμα περισσότερο έντονη. Από την άλλη υπάρχει και ένα πρακτικό ζήτημα, που δεν ξέρουμε κατά πόσο θα μπορέσει να ξεπεραστεί από την ηγεσία της χώρας: οι νέες τεχνολογίες έχουν αναπτυχθεί σε ένα περιβάλλον δημοκρατίας της κατανάλωσης, όπου η ελεύθερη διακίνηση πληροφοριών είναι κεντρικό της στοιχείο, κατά πόσο λοιπόν μία τέτοια τεχνολογική βάση μπορεί να υποταχθεί σε ένα καθεστώς ολοκληρωτικού ελέγχου; Στις πρόσφατες αντι-ιαπωνικές διαδηλώσεις οι αρχές διαπίστωσαν ότι ο τρόπος οργάνωσης των διαδηλωτών γινόταν μέσω SMS, και προσπαθούν τώρα να βρουν πως μπορούν να αποτρέψουν και να περιορίσουν την επικοινωνία μέσω της κινητής τηλεφωνίας, χωρίς ωστόσο να θίγονται τα ευρύτερα εμπορικά συμφέροντα των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας…
Ένα πρώτο λοιπόν πρόβλημα για την οργάνωση αλλά και την κυκλοφορία των αγώνων στην Κίνα είναι αυτό της πληροφόρησης, δείγματα του ότι οι εργαζόμενοι προσπαθούν να το ξεπεράσουν υπάρχουν (π.χ. στους αγώνες του Ντατσίνγκ).
Ένα δεύτερο πολύ πιο σημαντικό ζήτημα είναι τι περιθώρια νόμιμης δράσης υπάρχουν. Αν και αυτό δεν θα εμποδίσει τους εργαζόμενους (και όπως βλέπει κανείς δεν τους εμποδίζει) να δράσουν, ωστόσο δεν μπορούμε και να το παραβλέψουμε. Η κατάσταση γενικά δεν είναι ομοιογενής. Η ανομοιογένεια αυτή έχει φυσικά άμεση σχέση με τι είδος επιχείρηση είναι η κάθε μία, αν είναι δηλ. ΚΙΕ, πρώην ΚΙΕ ή ΕΞΕ. Στις ΚΙΕ και στις πρώην ΚΙΕ τα πράγματα είναι γενικώς καλύτερα, υπάρχει υποχρεωτικά συνδικάτο κάτι το οποίο εξασφαλίζει μία σειρά πραγμάτων (το πιο βασικό: δεν θα σε στείλουν σε λαογκάι αν διεκδικήσεις 2-3 πράγματα). Υπάρχει έτσι μία στοιχειώδης και νομικά καλυμμένη οργάνωση την οποία οι αποφασισμένοι εργάτες μπορούν να χρησιμοποιήσουν στις διεκδικήσεις τους και για την περαιτέρω οργάνωση του αγώνα τους. Όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των συνδικάτων σε επίπεδο ηγεσίας αποτελείται από επαγγελματικά κομμουνιστικά στελέχη, τα οποία φυσικά από μόνα τους δεν πρόκειται να κάνουν τίποτα, αλλά αν υπάρχει πίεση από τους εργαζόμενους είναι αναγκασμένα να δράσουν (πάντα στα νόμιμα πλαίσια). Οι περισσότεροι αριθμοί απεργιών που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο είναι απεργίες που έχουν κηρύξει αυτά τα συνδικάτα.
Στις ΕΞΕ τα πράγματα γενικώς είναι περισσότερο άσχημα. Η νομοθεσία δεν τις υποχρεώνει να έχουν συνδικάτο. Σε κάποιες περιπτώσεις οι διευθύνσεις θα προνοήσουν, θα καλέσουν το ACFTU8, θα προσλάβουν τους γραφειοκράτες του στην εταιρεία και θα στηθεί ένα πανέμορφο συνδικάτο. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις (πολύ λίγες) τα συνδικάτα έχουν δημιουργηθεί από τους ίδιους τους εργαζομένους μετά από σκληρούς αγώνες. Ο γενικός κανόνας είναι πάντως ότι οι ΕΞΕ απαγορεύουν τον συνδικαλισμό. Χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι δεν γίνονται απεργίες. Μία πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή της Wal-Mart, η οποία απαγορεύει τον συνδικαλισμό (όχι μόνο στην Κίνα αλλά παντού όπου έχει επιχειρήσεις ενν. και στις ΕΠΑ), και στην οποία οι εργαζόμενοι εδώ και πολλούς μήνες αγωνίζονται να φτιάξουν συνδικάτα.
Τεράστιο ζήτημα προκύπτει για τους «λαθρομετανάστες». Αυτοί δεν έχουν σχεδόν κανένα εργασιακό δικαίωμα και δεν γίνονται δεκτοί στα συνδικάτα, δουλεύουν στις πιο άθλιες εργασίες με τους πιο άθλιους εργασιακούς όρους μισθών και ασφάλειας. Πάντως πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι αίρονται κάποιες απαγορεύσεις στις μετακινήσεις προς τις πόλεις. Στα ολυμπιακά έργα του Πεκίνου μένουν σε σκηνές δίπλα στα έργα, στα ανθρακωρυχεία οι συνθήκες είναι ακόμα χειρότερες. Στα στατιστικά δύο μηνών του 2003 σε ορυχεία αναφέρονται συνολικά περίπου 500 νεκροί και αγνοούμενοι. Συνολικά ενώ η Κίνα έχει το 1/5 της παγκόσμιας παραγωγής κάρβουνου, έχει τα 4/5 των θανατηφόρων ατυχημάτων στα ορυχεία.
Ένα μεγάλο ζήτημα που μπαίνει για την ηγεσία του ΚΚΚ αυτή την στιγμή είναι η διαχείριση των εργατικών αγώνων. Οι ηγέτες του ΚΚΚ δεν είναι ηλίθιοι, ξέρουν ότι δεν μπορούν να καβαλάνε τον δράκο για πολύ καιρό. Έτσι διαβάζουμε σε ένα άρθρο του αντιπροέδρου του ACFTU Λιου Σι το 2003 τα εξής: «Θα πρέπει να καταλάβουμε πως θα οργανώσουμε τις εργατικές μάζες σε συνδικάτα μέσα στην κινέζικη σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς, και έμφαση θα πρέπει να δοθεί στους εργάτες του ιδιωτικού τομέα και τους μετανάστες. Θα πρέπει να μάθουμε πώς να αντιπροσωπεύουμε πραγματικά τις εργατικές μάζες και να εξασφαλίσουμε τα νόμιμα δικαιώματα των εργατών. (…) Θα πρέπει να μεταμορφώσουμε την ηγεσία του ACFTU για να επιτρέψουμε σε αυτή να αντανακλά τα πραγματικά συμφέροντα των εργατών και να τους καθοδηγήσει σε νόμιμους αγώνες». Στην συνέχεια αφού καλεί την κομματική προπαγάνδα να ρίξει βάρος στην προβολή της σημασίας της εργατικής συνεισφοράς στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού (!!!), στην πρόοδο της επανάστασης (!!!) καλεί το κόμμα «να ασκήσει κριτική σε όσους υποτιμούν την εργασία και τις εργατικές τάξεις, ξεκάθαρα να προστατεύσει τα νόμιμα δικαιώματα των εργατών, να καταγγείλει και να αποκηρύξει πράξεις και λόγια που βλάπτουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης».
Τα παραπάνω δεν θα πρέπει να μας κάνουν εντύπωση. Ο Λιου Σι πριν καταλήξει εκεί μας λέει ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι εργάτες κάνουν στην άκρη το κόμμα και τα συνδικάτα και οργανώνονται μόνοι τους, και ότι διάφορες δυτικές οργανώσεις προστασίας των δικαιωμάτων των εργατών προσπαθούν να οργανώσουν τους εργάτες εναντίον του κόμματος. Με το τελευταίο προφανώς υπονοεί έναν οργανισμό το China Labour Bulletin που εδρεύει στο Χονγκ Κονγκ, και το οποίο χρηματοδοτείται από το Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας και άλλες ΜΚΟ. Η τακτική του, όπως το ίδιο λέει, συνίσταται στο να ενισχύει τους εργατικούς αγώνες (τους νόμιμους πάντα) και στο βαθμό που μπορεί να παίρνει υπό την εξουσία του συνδικάτα. Κοιτώντας στις ιστοσελίδες οργανισμών όπως ο παραπάνω (κάποιοι παραπλήσιοι αναφέρονται παρακάτω), κάνει εξαιρετική εντύπωση το γεγονός του πως προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις εργατικές διεκδικήσεις. Η τακτική τους δεν είναι απλά ρεφορμιστική, είναι και άκρως ύποπτη. Πίεση προς την κινέζικη κυβέρνηση; Επιχειρηματικές κόντρες; Κάτι βρωμάει πολύ σε όλα αυτά…
Το ζήτημα που μπαίνει είναι το εξής, και αυτό το έχει πιθανά κατανοήσει και ένα μέρος του κόμματος, αλλά και πολλοί δυτικοί. Οι εργατικοί αγώνες ολοένα εντείνονται και ολοένα θα εντείνονται, είτε δεν θα πρέπει να αποκτήσουν μία κρίσιμη μάζα, είτε όταν αυτή αποκτηθεί θα πρέπει να υπάρχουν αρκετά ικανοί μηχανισμοί διαμεσολάβησης. Όπως διαβάζουμε σε έναν άλλο οργανισμό: «Οι εργάτες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ιδρύουν συνδικάτα που θα λειτουργούν ως ένας καλύτερος μηχανισμός επικοινωνίας ανάμεσα στην διεύθυνση και τους εργάτες…». Γιατί αν η κατάσταση ξεφύγει, κανείς δεν ξέρει προς τα πού θα πάει.
Επίλογος
Στο προηγούμενο κείμενο μας είχε απασχολήσει το ζήτημα τι είδους καπιταλισμό έχει η Κίνα. Καταλαβαίνουμε τώρα ότι μάλλον το ερώτημα μας ήταν ακαδημαϊκό, αν όχι ανέφικτο να το απαντήσουμε εμείς και από εδώ. Ωστόσο, έχουμε το θάρρος να δώσουμε μία απάντηση σε όσους το επιθυμούν, η Κίνα έχει τόσο καπιταλισμό όσο και η Ελλάδα, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο…
Το ζήτημα της Κίνας μπαίνει και θα μπαίνει συνεχώς με ποικίλους τρόπους στην καθημερινότητα. Στις οικονομικές σελίδες διαβάζουμε ότι για την αύξηση της τιμής του πετρελαίου φταίει η ανάπτυξη της Κίνας (και όχι ο πόλεμος στο Ιράκ ας πούμε, ή συνηθισμένη «κερδοσκοπία»;) μέχρι και το γελοίο ότι η αύξηση της τιμής του καφέ οφείλεται στην Κίνα διαβάσαμε στην Καθημερινή. Ας μην αναφερθούμε στα σίδερα δολοφόνους… Κάποια στιγμή όμως, ίσως το ζήτημα Κίνα να έρθει αλλιώς στο προσκήνιο. Ας μην πέσουμε από τα σύννεφα.
Το μόνο που έχουμε να πούμε σαν συμπέρασμα είναι ότι αν κάποια στιγμή αρχίσουν να ακριβαίνουν τα κινέζικα παντελόνια, ας μην ρίξει κανείς το φταίξιμο στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές, στους κερδοσκόπους και στην κινέζικη μαφία…
Τα στοιχεία για το παραπάνω κείμενο προέρχονται από πάρα πολλές πηγές και ένα τεράστιο πλήθος άρθρων και αναφορών. Για την πρώτη ενότητα βασιστήκαμε σε ειδικό τεύχος του Σχολιαστή για την Τιενανμέν (εκτός σειράς), και στο άρθρο Inscrutable China: Reading struggles through the media της Silvia Federici, από το Midnight Notes. Για την δεύτερη και τρίτη ενότητα βασιστήκαμε σε κάποια άρθρα της Guardian (είχαν αναφερθεί και στο προηγούμενο κείμενο μας) και σε πλήθος άρθρων που βρήκαμε στις εξης ιστοσελίδες: www.asianlabour.org, www.china-labour.org.hk, www.chinalaborwatch.org, και www.chinastudygroup.org. (Οι περισσότερες από αυτές είναι διάφορων ΜΚΟ).
1. Θυμίζει μήπως το αντίστοιχο ζήτημα των προβληματικών που περίπου την ίδια περίοδο υπήρχε και στην χώρα μας;
2. «Το να πλουτίζεις είναι ένδοξο» ήταν το σύνθημα του Ντενγκ Σίαο Πίνγκ.
3. Η επίσημη εφημερίδα του ΚΚΚ.
4. Ο οποίος ήταν στενός συνεργάτης του Ντενγκ Σιάο Πινγκ και ΓΓ του ΚΚΚ από το 1982 μέχρι το 1987 οπότε και θα καθαιρεθεί και θα πέσει σε δυσμένεια, εξαιτίας κάποιων «δημοκρατικών» απόψεων του.
5. Στην Σαγκάη, στο Σιαν και στο Τσανγκτσά θα γίνουν πολύ σοβαρά επεισόδια με λεηλασίες και νεκρούς, στις διαδηλώσεις αυτές θα πάρουν μέρος όχι μόνο φοιτητές αλλά και πολλοί άνεργοι και νέοι εργάτες.
6. Το κεντρικό σημείο της πλατείας Τιενανμέν.
7. Αυτό είναι λίγο ειρωνικό, από την πλευρά των κινέζων εργατών, κοινή πεποίθηση στην μεγάλη πλειοψηφία είναι ότι το κόμμα είναι βαθύτατα «διεφθαρμένο». Οι γραφειοκράτες εκμεταλλεύονται δηλ. ξεκάθαρα και απροκάλυπτα την θέση τους για τον προσωπικό τους πλουτισμό. Αυτό ίσως να φανερώνει και μία «μετάλλαξη» της γραφειοκρατίας, αλλά αυτό προς το παρόν μόνο μία υπόθεση μπορεί να είναι.
8. Η αντίστοιχη ΓΣΕΕ της χώρας.
No comments:
Post a Comment