Τεύχος Πέμπτο - Η Βία η Μαμή και η Ιστορία

«Αυ­τή την φο­ρά θα το κά­νω μό­νη μου, κα­θι­σμέ­νη ο­κλα­δόν σε μια πα­λιά ε­φη­με­ρί­δα, σε μια μο­να­χι­κή γω­νιά. Ή στα φύλ­λα, στα ξε­ρά φύλ­λα, σ’ έ­να σω­ρό από αυ­τά· έ­τσι εί­ναι πιο κα­θα­ρά. Το μω­ρό θα γλι­στρή­σει έ­ξω εύ­κο­λα σαν έ­να αυ­γό, σαν έ­να γα­τά­κι. Θα το γλεί­ψω, θα δα­γκώ­σω το ομ­φά­λιο λώ­ρο, το αί­μα θα ε­πι­στρέ­ψει στην γη που α­νή­κει, το φεγγά­ρι θα εί­ναι γε­μά­το, α­πο­τρα­βηγ­μέ­νο. Το πρω­ί θα μπο­ρέ­σω να το δω: θα το κα­λύ­πτει μια λα­μπε­ρή γού­να, πλά­σμα θε­ϊ­κό, που δεν θα του δι­δά­ξω πο­τέ ού­τε μια λέξη.»
Margaret Atwood, «Surfacing»

«Τα κα­νο­νι­κά παι­διά, γεν­νιού­νται κα­νο­νι­κά...»
Τρύ­πες, φυ­σι­κά…

Εί­ναι ά­ξιο α­πο­ρί­ας για ποιο λό­γο φαι­νό­με­να ό­πως η μη­τρό­τη­τα, η ι­διό­τη­τα της γυ­ναί­κας να δί­νει ζω­ή και ο το­κετός, η δια­δι­κα­σί­α της γέν­νας ε­νός παι­διού, γίνονται σή­με­ρα πο­λύ λί­γο ή κα­θό­λου, πε­δί­ο ε­πε­ξερ­γα­σί­ας α­ντα­γω­νι­στι­κής σκέ­ψης α­πό τα υ­πο­κεί­με­να της αμ­φι­σβή­τη­σης και δη α­πό τα γυ­ναι­κεί­α, αυ­τά που κα­νο­νι­κά (θα έ­πρε­πε) να αφο­ρά ά­με­σα. Μια πι­θα­νή ε­ξή­γη­ση -πέ­ρα α­πό την δια­πί­στω­ση της γε­νι­κό­τε­ρης πα­ρακ­μής του γυναι­κεί­ου κι­νή­μα­τος χει­ρα­φέ­τη­σης, πράγ­μα που εί­χε ως α­πο­τέ­λε­σμα την α­ντί­στοι­χη πα­ρακ­μή του α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κού λόγου των γυ­ναι­κών -μια ε­ξή­γη­ση που έλ­κει την κα­τα­γω­γή της α­πό την ε­μπει­ρι­κή πα­ρα­τή­ρη­ση του «χώ­ρου» στην Ελ­λά­δα- θα πρό­τει­νε σαν αι­τί­α την α­μη­χα­νί­α που προ­κα­λεί το φαι­νό­με­νο στις γυ­ναί­κες του «χώ­ρου». Η γέν­νη­ση ενός παι­διού έ­χει συν­δυα­στεί με την δη­μιουρ­γί­α οι­κο­γέ­νειας, δη­λα­δή με την κα­νο­νι­κό­τη­τα της ζω­ής στην ση­με­ρι­νή κοι­νω­νί­α, ο­πό­τε η άρ­νη­ση της τεκνο­ποί­η­σης, προ­σλαμ­βά­νε­ται με ό­ρους α­ντι­θε­σμι­κής στά­σης, με ό­ρους α­ντί­στα­σης. Η λο­γι­κή εί­ναι ε­ξαι­ρε­τι­κά α­πλή: το παι­δί εί­ναι συμ­βι­βα­σμός, εί­ναι οι­κο­γέ­νεια, εί­ναι με­τά­νοια, εί­ναι πα­ραί­τη­ση. Ο λό­γος που δεν βλέ­που­με πολ­λές μη­τέ­ρες στο χώ­ρο της αμ­φι­σβή­τη­σης, ε­νώ βλέ­που­με πολλές μη­τέ­ρες που ή­ταν κά­πο­τε σε αυ­τό το χώ­ρο, σε με­γά­λο βαθ­μό εί­ναι αυ­τός. Ο λό­γος που το κεί­με­νο που ακο­λου­θεί υ­πο­γρά­φε­ται α­πό άν­δρες, πι­θα­νόν να εί­ναι ο ί­διος. Πά­ντως η συ­γκε­κρι­μέ­νη ει­σα­γω­γή δεν σκο­πεύ­ει να δώ­σει πει­στική α­πά­ντη­ση στην α­πο­ρί­α που ε­ξέ­φρα­σε, όπως δεν σκο­πεύ­ει να ζη­τή­σει συγ­χω­ροχάρ­τι για τις α­πό­ψεις που θα κα­τα­τε­θούν στην συ­νέ­χεια. Α­πλά ο­φεί­λει να ε­πι­ση­μά­νει μια ο­ρι­σμέ­νη προ­κα­τά­λη­ψη τους.
Το φαι­νό­με­νο του το­κε­τού, η γέν­να δη­λα­δή, ε­πι­δέ­χε­ται α­να­γνώ­σεις σε πολ­λά και δια­φο­ρε­τι­κά ε­πί­πε­δα. Για πα­ρά­δειγ­μα στο αν­θρω­πο­λογι­κό ε­πίπε­δο (πως προ­σλαμ­βά­νε­ται α­πό τους διά­φο­ρους πολι­τι­σμούς η γέν­να ε­νός παι­διού), στο α­το­μι­κό ε­πί­πε­δο (ως βιω­μέ­νη ε­μπει­ρί­α α­πό την γυ­ναί­κα), στο ε­πι­στη­μο­νι­κό ε­πί­πε­δο (πως α­ντι­με­τω­πί­ζε­ται α­πό τους για­τρούς σαν ε­πι­στη­μο­νι­κό φαι­νό­με­νο), στο ε­πίπε­δο του κοι­νω­νι­κού α­ντα­γωνι­σμού. Ας υ­πο­θέ­σου­με ό­τι υπάρ­χει έ­νας γε­ω­με­τρι­κός τό­πος σημεί­ων που ο­ρί­ζει έ­να νέ­ο ε­πί­πε­δο, το ο­ποί­ο τέ­μνει ό­λα τα ε­πι­μέ­ρους, κα­θο­ρί­ζο­ντας με αυ­τόν τον τρό­πο μια ε­νό­τη­τα των δια­φο­ρε­τι­κών α­να­γνώ­σε­ων του φαι­νο­μέ­νου· αυ­τός ο τό­πος εί­ναι η δια­χεί­ρι­ση του γυ­ναικεί­ου υ­πο­κει­μέ­νου και του σώ­μα­τος του, η δια­χεί­ρι­ση του αν­θρώ­που που γεν­νά. Αυ­τό πά­ει να πει: ποιος εί­ναι το α­φε­ντι­κό στην δια­δι­κα­σί­α της γέν­νας, ποιος έ­χει ο­ρι­στεί να α­πο­φα­σί­ζει δη­λαδή και ποιες δια­δι­κα­σί­ες ο­ρί­ζουν το πλέγ­μα σχέ­σε­ων αυ­τής της συν­θή­κης· τελικά τι ση­μα­σί­α α­πο­κτούν όλα αυ­τά στο ση­με­ρι­νό κοι­νω­νι­κό-ι­στο­ρι­κό πλαί­σιο.
Λέ­με δια­χεί­ρι­ση του γυ­ναι­κεί­ου υ­πο­κει­μένου και εν­νο­ού­με μια σχέ­ση κοι­νω­νι­κή, μια σχέ­ση που ο­ρί­ζε­ται τό­σο α­πό τα δύ­ο μέ­ρη της δη­λα­δή α­πό τον κάτο­χο της ε­ξει­δι­κευ­μέ­νης γνώ­σης/κα­τάρ­τισης σχε­τι­κά με την γέν­να α­πό την μια πλευ­ρά (δη­λα­δή τον ε­ξειδι­κευ­μέ­νο για­τρό σε πρώ­το ε­πί­πε­δο) και α­πό την έ­γκυο γυ­ναί­κα α­πό την άλλη, ό­σο και α­πό την κοι­νω­νι­κό-ι­στο­ρι­κή συν­θή­κη εντός της ο­ποί­ας λαμ­βά­νει αυ­τή χώ­ρα και η ο­ποί­α δί­νει συ­γκε­κρι­μέ­νο νό­η­μα σε αυτή την σχέ­ση1. Μια σχέ­ση ω­στό­σο ευ­ρύ­τε­ρη α­πό την σχέ­ση για­τρού/α­σθε­νούς, α­φού συμμε­τέ­χουν σε αυ­τοί πε­ρισ­σό­τε­ροι συ­ντε­λε­στές, η μαί­α εί­ναι ο κυ­ριό­τε­ρος α­πό αυ­τούς. Λέ­με δια­χεί­ρι­ση του γυ­ναι­κεί­ου υ­πο­κεί­με­νου και εννο­ού­με μια σχέ­ση α­ντα­γω­νι­στι­κή α­νά­με­σα στο υπο­κεί­με­νο που γεν­νά και στο υ­πο­κεί­με­νο που εί­ναι νό­μι­μα ε­πι­φορ­τι­σμέ­νο με την δια­χεί­ρι­ση της δια­δι­κα­σί­ας της γέν­νας, μια σχέ­ση κα­τά την ο­ποί­α το πρώ­το υ­πο­κεί­με­νο εί­ναι υ­πο­χρε­ω­μέ­νο να ε­κτε­λεί τις ε­ντο­λές του τε­λευ­ταί­ου (έ­χο­ντας κα­θό­λου ή σχε­δόν κα­θό­λου λό­γο ε­πί της κα­τά­στα­σης του), και μά­λι­στα να έ­χει δώ­σει την έγ­γρα­φη συ­γκα­τά­θε­ση του για την χρή­ση κά­θε μέ­σου που θα α­παι­τη­θεί για την πε­ρά­τω­ση με α­σφά­λεια αυ­τής της δια­δι­κα­σί­ας. Α­πό αυ­τήν την συν­θή­κη του δια­χω­ρι­σμού με­τα­ξύ αυ­τής που ο­φεί­λει να ε­κτελεί τις ια­τρικές (ή μαιευ­τι­κές ε­ντο­λές) κα­τά την διάρ­κεια της γέν­νη­σης του παι­διού της (που ο­φεί­λει δη­λα­δή να αρ­νη­θεί τον αυ­το­κα­θο­ρι­σμό της), και αυ­τού, ή αυ­τής, που δί­νει αυ­τές τις ε­ντο­λές, δια­μορ­φώ­νε­ται (εν μέ­ρει) ι­στο­ρικά η α­ντα­γω­νι­στι­κή φύ­ση αυ­τής της σχέσης.
Εν μέ­ρει, ε­πει­δή το κέ­ντρο ε­στί­α­σης του α­ντα­γω­νι­σμού ήταν δια­φο­ρε­τι­κό κά­θε φο­ρά ανά­λο­γα με το υ­πάρ­χον κοι­νω­νι­κό-ι­στο­ρι­κό πλαίσιο. Για πα­ρά­δειγ­μα το φε­μι­νι­στι­κό κί­νη­μα των δε­κα­ε­τιών ‘60 και ‘70 και ει­δι­κά οι πιο ρι­ζο­σπα­στι­κές πτέ­ρυ­γες του, ε­πι­κε­ντρώ­θηκαν στην πα­τριαρ­χι­κή φύ­ση αυ­τής της σχέ­σης και θέ­λη­σαν να την ξε­πε­ρά­σουν δια­λε­κτι­κά δη­μιουρ­γώ­ντας α­ντί-ιατρι­κούς θε­σμούς, ε­ντός των ο­ποί­ων οι ί­διες οι γυ­ναί­κες έ­παιρ­ναν την υ­γεί­α τους στα χέ­ρια τους, ε­νά­ντια στις προ­στα­γές της αν­δρο­κρα­τού­με­νης γυ­ναι­κο­λο­γί­ας. Εί­χαν προ­η­γη­θεί κι­νή­μα­τα ε­ντός του υ­γειο­νο­μι­κού θε­σμού (μαιών και για­τρών) στις αρ­χές του ει­κο­στού αιώ­να, τό­τε που δια­μορ­φώ­θη­κε η μαιευ­τι­κή στα βα­σι­κά της ση­μεί­α, όπως την γνω­ρί­ζου­με σή­με­ρα, που έ­θε­ταν το ζή­τη­μα της ιατρι­κο­ποί­η­σης του το­κε­τού εν­νο­ώ­ντας με αυ­τό την πλή­ρη επι­στη­μο­νι­κο­ποί­η­ση/ τε­χνο­λογι­κο­ποί­η­ση του φαι­νο­μέ­νου α­πό την ια­τρι­κή συ­ντε­χνί­α, μέ­σω της ει­σα­γω­γής μηχα­νη­μά­των και τε­χνι­κών πα­ρα­τή­ρη­σης και ε­λέγχου της ε­πι­τό­κου γυ­ναί­κας. Αυ­τά τα κι­νή­μα­τα, που πή­ραν μια πιο α­νε­πτυγ­μέ­νη μορ­φή στην Βρε­τα­νί­α, ευαγ­γε­λίζο­νταν μια ε­πι­στρο­φή στον φυ­σιο­λο­γι­κό το­κε­τό. Αρ­γό­τε­ρα α­να­πτύ­χθη­καν πει­ρά­μα­τα πά­λι ε­ντός του ια­τρι­κού θε­σμού, που αμ­φι­σβή­τη­σαν έ­μπρακτα ό­λες τις κυ­ρί­αρ­χες τε­χνι­κές/πρα­κτι­κές το­κετού (ερ­γα­στη­ρια­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση, τε­χνο­λο­γι­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση, μαιευ­τι­κή α­ναι­σθησί­α, ψυ­χο­προ­φυ­λα­κτι­κή μέ­θο­δος, κ.α.) και ει­δι­κά την α­νε­ξέ­λε­γκτη χρή­ση της και­σα­ρι­κής το­μής, ό­πως και την μαιευ­τι­κή/ια­τρι­κή πα­ρέμ­βα­ση, στα πλαί­σια των α­πό­ψε­ων του Ι­βάν Ί­λιτς. Τέ­λος ε­ξί­σου ση­μα­ντι­κή, αν και εκ­φρασμέ­νη σε α­το­μι­κό ε­πί­πε­δο, εί­ναι η α­ντί­στα­ση χιλιά­δων γυ­ναι­κών, στις ε­πι­διώξεις των για­τρών και στην κα­νο­νι­κό­τη­τα της δια­δι­κα­σί­ας του το­κε­τού που αυ­τοί ε­πι­βάλ­λουν, αλ­λά α­κό­μα και στην ε­μπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση μιας α­το­μι­κής γυ­ναι­κεί­ας ε­μπει­ρί­ας, ό­πως έ­χει α­να­δει­χθεί α­πό ε­μπει­ρι­κά δε­δο­μέ­να ε­ρευ­νών και ερ­γα­σιών των φε­μι­νι­στριών στην καρ­διά των α­να­πτυγ­μέ­νων χω­ρών της δύσης.
Για να γί­νει κα­τα­νο­η­τή η πρό­σλη­ψη του το­κε­τού α­πό τις γυ­ναί­κες και α­πό τους άν­δρες και οι α­νά­γκες που γέν­νη­σαν τα φαι­νό­με­να α­ντί­στα­σης, θα πρέπει να πα­ρου­σια­στεί σε γε­νι­κές γραμ­μές το φαι­νό­με­νο και οι εκ­δη­λώ­σεις του.
Υ­πάρ­χει μια τυ­πι­κή α­να­πα­ρά­στα­ση της γέν­νας στα μυα­λά των πε­ρισ­σό­τε­ρων αν­θρώπων, αν­δρών ή γυ­ναι­κών, μη­τέ­ρων ή μη, που ζουν σή­με­ρα ό­πως και ‘μεις στο βό­ρειο η­μι­σφαί­ριο του πλα­νή­τη. Εί­ναι το α­να­με­νό­με­νο α­πο­τέ­λε­σμα μιας κα­τά­στα­σης που ακο­λου­θεί την «φυ­σιο­λο­γι­κή» ε­ξέ­λι­ξη της ε­γκυ­μο­σύ­νης. Η έ­γκυος ό­ταν α­ντι­λαμ­βά­νε­ται ό­τι έ­χουν αρ­χίσει οι πό­νοι του το­κε­τού με­τα­φέ­ρε­ται στο μαιευτή­ριο στο ο­ποί­ο παρα­κο­λου­θούταν η ε­γκυμο­σύ­νη της και ε­κεί με την βο­ή­θεια ε­ξει­δι­κευ­μέ­νου προ­σω­πι­κού (για­τροί, μαί­ες), γεν­νά­ει, σε έ­να χρο­νι­κό διά­στημα που ε­ξαρ­τά­ται α­πό την πρό­ο­δο της ε­ξέ­λι­ξης της γέν­νας, και που μπο­ρεί να εί­ναι α­πό με­ρι­κά λε­πτά της ώ­ρας, ως και δώ­δε­κα ώ­ρες πε­ρί­που. Αν τα πράγ­μα­τα πά­νε κα­λά, δη­λα­δή αν το παι­δί «κα­τε­βαί­νει» με το κε­φά­λι α­πό τον κόλ­πο της μη­τέ­ρας και αν η μη­τέ­ρα δεν α­ντι­με­τω­πί­ζει κά­ποιο πρό­βλη­μα υ­γεί­ας, τό­τε γεν­νά­ει «φυ­σιο­λο­γι­κά» με τους α­πα­ραί­τη­τους πε­ριο­δι­κούς πό­νους, που λί­γο πριν βγει το παι­δί α­πο­κτούν με­γα­λύτε­ρη έ­ντα­ση και συ­στη­μα­τι­κό­τη­τα. Αν για διά­φο­ρους λό­γους υ­πάρ­χει κά­ποιο πρό­βλημα στην ε­ξέ­λι­ξη του το­κε­τού, το μω­ρό «θα βγει» με και­σα­ρι­κή το­μή, μια εγ­χεί­ρη­ση στην διάρ­κεια της ο­ποί­ας τέ­μνε­ται η μή­τρα της γυ­ναί­κας δια­μέ­σου της κοι­λιάς της και ο μαιευ­τή­ρας πιά­νει το παι­δί και το βγά­ζει έ­ξω. Δύ­ο- τρεις μέ­ρες με­τά και ε­φό­σον ό­λα ε­ξε­λι­χθούν κα­λά, η γυ­ναί­κα και το μω­ρό θα βγουν α­πό το μαιευ­τή­ριο και θα πά­νε σπί­τι τους. Βρί­σκει κά­ποιος κά­τι «κα­κό» σε ό­λα αυ­τά;
Έ­χει ε­ξαι­ρε­τι­κό εν­δια­φέ­ρον το γε­γο­νός ό­τι αυ­τή η κοι­νω­νι­κή α­να­πα­ρά­σταση του το­κε­τού α­ντα­πο­κρί­νε­ται ε­λά­χι­στα στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Αν κά­ποιος ρί­ξει μια μα­τιά στην ια­τρι­κή βι­βλιο­γρα­φί­α θα δια­πι­στώ­σει ό­τι το 95% των το­κε­τών σή­με­ρα, δη­λα­δή των 95% των μω­ρών που γεν­νιού­νται στις κλι­νι­κές (δη­μό­σιες ή μη, στις πε­ρισ­σό­τε­ρες χώ­ρες του δυ­τι­κού κόσμου) υ­φί­στα­νται κά­ποια ια­τρι­κή πα­ρέμβα­ση, και είναι ως εκ τού­του μη-φυ­σιο­λο­γι­κοί. Για να το πού­με αλ­λιώς, η έν­νοια φυ­σιο­λο­γι­κός το­κε­τός, δη­λα­δή γέν­να ε­νός παι­διού με μη- προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νο τρό­πο και χω­ρίς φαρ­μα­κευτι­κή υ­πο­βο­ή­θη­ση (του­λά­χι­στον), εί­ναι έ­να φαι­νό­με­νο ε­ξαι­ρε­τι­κά σπά­νιο, που συμ­βαί­νει μό­νο στην πε­ρί­πτω­ση που η ε­πί­το­κος γυ­ναί­κα προ­σέλ­θει στο μαιευ­τή­ριο, α­φού ήδη έ­χει ε­ξε­λι­χθεί το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος του το­κε­τού της. Α­ντί­θε­τα αυ­τό που συμ­βαί­νει κα­τά κύ­ριο λό­γο εί­ναι είτε ο προ­γραμ­μα­τι­σμός του το­κε­τού α­πό πριν (αυ­τό λέ­γε­ται προ­κλη­τός-induced-το­κε­τός στην ια­τρι­κή ο­ρο­λο­γία), εί­τε η γυ­ναί­κα να προ­σέλ­θει «αυ­θόρ­μη­τα» με­ρι­κές ώ­ρες πριν την α­να­με­νό­με­νη η­με­ρο­μη­νί­α γέν­νη­σης, ο­πό­τε θα υ­πο­βο­η­θη­θεί φαρ­μα­κευ­τι­κά και τε­χνικά2 για να γεν­νή­σει, εί­τε η χο­ρήγη­ση α­ναι­σθη­σί­ας στην γυ­ναί­κα με­τά α­πό ε­πι­θυ­μί­α της για να μην πο­νά­ει στην διάρ­κεια της ε­ξέ­λι­ξης του το­κε­τού, εί­τε βέ­βαια η δια­δι­κα­σί­α της και­σα­ρι­κής το­μής που κα­τα­λαμ­βά­νει στην Ελ­λά­δα το 40-50%3 του συ­νό­λου των το­κε­τών που ε­κτελού­νται στα δη­μό­σια νο­σο­κο­μεί­α (και οι ο­ποί­ες υ­πο­τί­θε­ται ό­τι έ­χουν συ­γκε­κρι­μένες εν­δεί­ξεις για να ε­κτε­λε­στούν), έ­να (μι­κρό) πο­σοστό α­πό τις ο­ποί­ες α­πο­τε­λεί ε­πι­θυ­μί­α της ί­διας της ε­γκύ­ου γυ­ναί­κας.
Η ί­δια η δια­δι­κα­σί­α της γέν­νας εί­ναι σχε­δια­σμέ­νη με τέ­τοιο τρό­πο ώ­στε να α­πο­τε­λεί ορ­γα­νι­κό μέ­ρος της βιο­μη­χα­νί­ας του το­κε­τού: έ­λεγ­χος και παρα­κο­λού­θη­ση με την βο­ή­θεια μη­χα­νη­μάτων, ορ­γά­νω­ση με την συμ­βο­λή του προ­σω­πι­κού, τα­χύ­τη­τα με την βο­ή­θεια φαρ­μά­κων και βέ­βαια κέρ­δος για τους για­τρούς (αλ­λά ό­χι μό­νο), α­νά­λο­γα με το εί­δος της ια­τρι­κής πα­ρέμ­βα­σης. Με άλ­λες λέ­ξεις: υ­πα­γω­γή της ανα­πα­ρα­γω­γής στο κε­φα­λαιο­κρατι­κό/ε­ξου­σια­στι­κό σύ­στη­μα και στους κα­νό­νες που το διέ­πουν ως συ­γκροτη­μέ­νη κοι­νω­νι­κή ορ­γά­νω­ση.
Σε αυ­τό το δυ­να­μι­κό πε­δί­ο που εί­ναι ή­δη ε­παρ­κές για την γέν­νη­ση α­νταγω­νι­στι­κών δυ­νά­με­ων α­ντί­θε­της φο­ράς α­πό τις προ­σταγές της κυ­ρί­αρ­χης δύ­να­μης του, υπάρ­χουν γωνί­ες υ­πο­φω­τι­σμέ­νες, που ω­στό­σο δια­τη­ρούν α­κέ­ραι­η την ση­μα­ντι­κό­τη­τα τους. Η ε­ξο­ρί­α της βιω­μέ­νης ε­μπει­ρί­ας του το­κε­τού α­πό την ί­δια την γυ­ναί­κα-μη­τέ­ρα εί­ναι η ση­μα­ντι­κό­τε­ρη α­πό αυ­τές. Η βιο­μη­χα­νι­κή πα­ρα­γω­γή εί­ναι μα­ζι­κή πα­ρα­γω­γή. Η βιο­μη­χα­νο­ποί­η­ση της γυναικεί­ας α­να­πα­ρα­γω­γής εί­ναι α­να­γκα­σμέ­νη να εν­σω­μα­τώ­σει τον κα­νό­να της μα­ζικό­τη­τας. Σε αυ­τές τις συν­θή­κες η γυ­ναίκα ο­φεί­λει να α­ντι­κει­με­νο­ποι­η­θεί4, να γίνει μέ­σο α­να­πα­ρα­γω­γής. Ο φό­βος α­πό την πρω­τό­γνω­ρη ε­μπει­ρί­α που θα κλη­θεί να α­ντι­με­τω­πί­σει, τα πα­γω­μέ­να καλώ­δια και συ­σκευές και κα­θε­τή­ρες στο γυ­μνό σώ­μα, οι φω­νές των άλ­λων γυ­ναικών α­πό τα δι­πλα­νά δω­μά­τια του μαιευ­τηρί­ου, οι ε­πι­τα­κτι­κές ε­ντο­λές των για­τρών και των μαιών, «η ε­πι­στη­μο­νι­κή πε­ριέρ­γεια» των εκ­παι­δευό­με­νων φοι­τη­τών, η α­νά­γκη να τε­λειώ­νει γρή­γο­ρα προκει­μέ­νου να μην μπει στην δια­δι­κα­σί­α της και­σα­ρικής το­μής, οι ί­διοι οι πό­νοι του τοκε­τού, το φα­νε­ρό άγ­χος του προ­σω­πι­κού να ξε­μπερ­δεύ­ει με την πε­ρί­πτω­ση της, ό­λα αυ­τά συ­νι­στούν του­λά­χι­στον αλ­λο­τρί­ω­ση της ε­μπει­ρί­ας του το­κε­τού ή μάλ­λον α­παλ­λο­τρί­ω­ση α­πό την ια­τρι­κή και κοι­νω­νι­κή ε­ξου­σί­α μιας ε­μπει­ρί­ας που βιω­νό­ταν με άλ­λο τρό­πο σε δια­φορε­τι­κά πο­λι­τι­σμι­κά πλαί­σια.
Πα­ρα­τη­ρώ­ντας το ί­διο φαι­νό­με­νο μέ­σα α­πό μια αν­θρω­πο­λο­γι­κή ο­πτι­κή θα κα­τα­λά­βου­με την δια­φο­ρά. Αρ­χι­κά θα μεί­νου­με έκ­πλη­κτοι μπρο­στά στον πλού­το των πρα­κτι­κών και των γνώ­σε­ων που α­νέ­πτυ­ξαν μέ­σα στην ι­στο­ρί­α δια­φορε­τι­κοί αν­θρώ­πι­νοι πο­λι­τι­σμοί ε­νώ­πιον αυ­τού του φαι­νο­μέ­νου. Έ­να φαι­νό­με­νο συ­χνό, καθη­με­ρι­νό, συ­νη­θι­σμέ­νο και ό­μως δρα­μα­τικό τό­σο για την γυ­ναι­κεί­α φύ­ση (με βιο­λο­γι­κούς και ψυ­χο­συ­ναι­σθη­μα­τι­κούς ό­ρους), ό­σο και για την κοι­νό­τη­τα (με πο­λι­τι­σμι­κούς ό­ρους), έ­να φαι­νό­με­νο που με βά­ση τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του πρέ­πει να το συλ­λά­βου­με κυ­ριο­λε­κτι­κά ως μέ­ρος της τε­χνο­γνω­σί­ας ε­πι­βί­ω­σης του κά­θε πο­λι­τι­σμού. Τε­χνο­γνω­σί­α ε­πι­βί­ω­σης που δεν πε­ρι­στέλ­λε­ται επ’ ου­δενί στην τε­χνι­κή κα­τάρ­τι­ση που α­παι­τεί­ται για την υ­πο­βο­ήθη­ση της ε­ξό­δου ε­νός εμ­βρύ­ου α­πό έ­να σω­λή­να (έ­στω γεν­νη­τι­κό, έ­τσι ορί­ζει τον το­κε­τό η δυ­τι­κή ια­τρι­κή), αλ­λά πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο -πράγ­μα που α­πο­δει­κνύ­ει την ο­λι­κό­τη­τα του το­κε­τού ως φαι­νό­με­νο- στο τε­λε­τουρ­γι­κό της δια­δι­κα­σί­ας έ­λευ­σης μιας νέ­ας ζω­ής στον κό­σμο. Τε­λε­τουρ­γικό που μπο­ρεί να πε­ρι­λαμ­βά­νει για πα­ράδειγ­μα την πα­ρέμ­βα­ση του σα­μά­νου που στη­ρί­ζει ψυ­χο­συ­ναι­σθη­μα­τι­κά την γυ­ναί­κα στην διάρ­κεια της γέν­νας α­παγ­γέλ­λο­ντας μύ­θους της κοι­νό­τη­τας, ό­πως συμ­βαί­νει σε διά­φο­ρες ιν­διά­νι­κες φυ­λές. Αυ­τό εν­νο­ού­με λέ­γοντας βιω­μέ­νη ε­μπει­ρία. Που ε­μπε­ριέ­χει σαν βα­σι­κό της συ­στα­τι­κό την βί­ω­ση του πό­νου του το­κε­τού.
Έ­χουν ειπω­θεί και γρα­φτεί πολ­λά ει­δι­κά για το ζή­τη­μα του πό­νου στην διάρ­κεια του το­κε­τού. Πι­θα­νόν να υ­πάρ­χουν τό­σες γνώ­μες σχε­τι­κά ό­σες και οι γεν­νή­σεις παι­διών. Θα λέ­γα­με ό­σες και οι γυ­ναί­κες, αλ­λά μια στοι­χειώ­δης ε­μπει­ρι­κή πα­ρα­τή­ρη­ση βα­σι­σμέ­νη σε α­φη­γή­σεις γυ­ναι­κών θα α­πο­δεί­κνυε το α­ντί­θε­το, αφού κά­θε γυ­ναί­κα πε­ρι­γρά­φει δια­φο­ρε­τι­κά την κά­θε γέν­να της. Η σύγ­χρο­νη ια­τρική, προ­σπα­θώ­ντας να με­τρή­σει το φαι­νό­με­νο, και α­να­γνω­ρί­ζο­ντας α­να­γκα­στι­κά την υ­πο­κει­μενι­κή του φύ­ση, προ­σπα­θεί να ει­σά­γει συγκρι­τι­κές πα­ρα­μέ­τρους για την ε­κτί­μη­ση του συ­γκε­κρι­μέ­νου πό­νου. Έ­τσι μια έ­ρευ­να υπο­στή­ρι­ζε ό­τι ο πό­νος του το­κε­τού, εί­ναι περίπου 90 φο­ρές ι­σχυ­ρό­τε­ρος α­πό μια το­μή με μα­χαί­ρι στην πε­ριο­χή του καρ­πού Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα τέτοιες έ­ρευ­νες δεν λέ­νε τί­πο­τα ου­σια­στι­κό. Ε­κα­τομ­μύ­ρια γυ­ναί­κες που έ­χουν γεν­νή­σει μπο­ρούν να πουν πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρα σε ό­σες πρό­κει­ται να γεν­νή­σουν στο μέλ­λον. Σε τε­λευ­ταί­α α­νά­λυ­ση αυ­τά εί­ναι τα υ­πο­κεί­με­να που θα (πρέ­πει να) α­πο­φα­σί­σουν για την διά­θε­ση του σώ­ματος τους και για την ε­πι­θυ­μί­α τους να βιώ­σουν τον το­κε­τό σαν ο­λι­κή ε­μπειρί­α.
Έ­να εν­δια­φέ­ρον σε σχέ­ση με αυ­τό το ζή­τη­μα εί­ναι ω­στό­σο, ό­τι η σύγ­χρο­νη μαιευ­τι­κή έ­χτι­σε τον μύ­θο της σε με­γά­λο βαθ­μό και στην ι­κα­νό­τη­τα της να ε­λέγ­χει τον πό­νο του το­κε­τού, ε­ναρ­μο­νί­ζο­ντας την ύ­παρ­ξη της με έ­να πο­λι­τι­σμό που στέλνει στο πυρ το ε­ξώ­τε­ρο κά­θε ε­πώ­δυ­νη ε­μπει­ρί­α. Δεν εί­ναι ε­δώ η στιγ­μή για να α­να­λύ­σου­με αυ­τή την υ­πό­θε­ση, ού­τε να πά­ρου­με θέση για την ε­μπει­ρί­α του πό­νου του το­κε­τού και την ση­μα­σί­α της, κά­τι ε­ξάλ­λου -που, για να εί­μα­στε ει­λι­κρι­νείς- δεν μπο­ρού­με. Γε­γο­νός πά­ντως εί­ναι ό­τι ό­ταν έ­χεις δια­μορ­φω­θεί ως κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο στο ση­με­ρι­νό πο­λι­τι­σμό, μια τέ­τοιου τύ­που ε­μπει­ρί­α, ό­πως και κά­θε ε­πώ­δυ­νη ε­μπει­ρί­α άλ­λω­στε, φα­ντά­ζει κά­τι πραγ­μα­τι­κά α­δια­νό­η­το, κά­τι που πρέπει να ε­ξα­λει­φθεί ο­λο­κλη­ρω­τι­κά. Ω­στό­σο, πρέ­πει να γί­νει γνω­στό το γε­γο­νός ό­τι χω­ρίς πό­νο δεν μπο­ρεί να υ­πάρ­χει το­κε­τός. Και αυ­τό ε­πει­δή η μαιευ­τι­κή αναι­σθη­σί­α κατα­λαμ­βά­νει το πρώ­το μό­νο στά­διο του το­κε­τού (το στά­διο της δια­στο­λής του τρα­χή­λου) και ό­χι το δεύ­τε­ρο στά­διο κα­τά το ο­ποί­ο η γυ­ναί­κα πρέ­πει να αι­σθά­νε­ται το μω­ρό που κα­τε­βαί­νει για να το σπρώ­ξει έ­ξω α­πό το σώ­μα της (στά­διο της ε­ξώ­θη­σης). Μπορεί να φα­ντά­ζει σαν α­σή­μα­ντη τε­χνι­κή λε­πτο­μέ­ρεια, αλ­λά η μαιευ­τι­κή α­ναι­σθη­σί­α στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εί­ναι α­νώ­φε­λη α­πό σω­μα­τι­κής α­πό­ψε­ως. Το μό­νο ί­σως που κά­νει εί­ναι ό­τι υ­πο­βάλ­λει ψυ­χο­συ­ναισθη­μα­τι­κά την γυ­ναί­κα στην ι­δέ­α ό­τι δεν θα πο­νέ­σει κα­τά τον το­κετό της, δια­δι­κα­σί­α μάλλον βλα­βε­ρή και για την ί­δια την γυ­ναί­κα α­φού γρή­γο­ρα α­ντι­λαμ­βά­νε­ται ό­τι δεν ι­σχύ­ει και στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μέ­νει α­θω­ρά­κι­στη συ­ναι­σθη­μα­τι­κά α­πέ­να­ντι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που (θα) α­ντι­με­τω­πί­σει.
Στην φε­μινι­στι­κή σκέ­ψη υ­πάρ­χει έ­να ση­μεί­ο κα­μπής στον μετα­σχημα­τι­σμό του το­κε­τού α­πό συλ­λο­γι­κή/κοι­νω­νι­κή κε­κτη­μέ­νη τε­χνο­γνω­σί­α σε ε­ξει­δικευ­μέ­νη κα­τάρ­τι­ση ι­κα­νή να πε­ρα­τω­θεί μό­νο α­πό ει­δι­κούς. Το ση­μεί­ο αυ­τό εί­ναι η ε­φεύ­ρε­ση και η ει­σα­γωγή του εμ­βρυουλ­κού στην δια­δι­κα­σί­α της γέν­νας, στα μέ­σα του δέ­κα­του ό­γδο­ου αιώ­να, ε­νός ορ­γά­νου που χρη­σί­μευε σαν μο­χλός για την ε­ξα­γω­γή του παι­διού α­πό τον κόλ­πο της μη­τέ­ρας, σε πε­ρί­πτω­ση δυ­στο­κί­ας (δύσκο­λου το­κε­τού δη­λα­δή, για πα­ρά­δειγ­μα ό­ταν οι ώ­μοι του παι­διού δεν μπο­ρούν να βγουν ε­ξαι­τί­ας του μι­κρού με­γέ­θους της γυ­ναι­κεί­ας λε­κά­νης). Οι μαί­ες5 έ­χο­ντας πε­ρισ­σό­τε­ρη ε­μπι­στο­σύ­νη στην ι­κα­νό­τη­τα και στην α­σφά­λεια που τους πα­ρεί­χαν τα χέ­ρια τους, αρ­νή­θη­καν ε­ξαρ­χής την χρή­ση αυ­τού του ερ­γαλεί­ου σε α­ντί­θε­ση με τους άν­δρες για­τρούς που το χρη­σι­μο­ποιού­σαν ό­λο και συ­χνό­τε­ρα και τε­λι­κά το κα­τέ­στησαν ως το κυ­ριό­τε­ρο ε­πι­χεί­ρη­μα της α­πο­τελε­σμα­τι­κό­τη­τας τους στον α­γώ­να ε­νά­ντια στις μαί­ες, που ε­ξα­κο­λου­θού­σαν να χρη­σιμο­ποιούν α­πο­κλει­στι­κά πα­ρα­δο­σια­κές με­θό­δους.
Η δια­δι­κα­σί­α της κα­τά­κτη­σης του ε­λέγ­χου μέ­σω της ει­σαγω­γής ερ­γα­λεί­ων εί­ναι ε­ξαι­ρε­τι­κά συ­νη­θισμέ­νη στον κα­πι­τα­λι­σμό. Κά­τι α­ντί­στοι­χο -τη­ρου­μέ­νων των α­να­λο­γιών- συ­νέ­βη με την βιο­μη­χα­νι­κή ε­πα­νά­στα­ση και την ει­σα­γω­γή των μη­χα­νών στους χώ­ρους ερ­γα­σί­ας, μέ­σω των ο­ποί­ων τα α­φε­ντι­κά πή­ραν τον έ­λεγ­χο του χρό­νου της ερ­γα­σί­ας α­πό τους ερ­γά­τες, α­πο­κτώ­ντας έτσι την ι­κα­νό­τη­τα να κα­θο­ρί­ζουν -εν μέ­ρει του­λά­χι­στον- τον ρυθ­μό της πα­ρα­γω­γής και ά­ρα το κέρδος τους.
Μέ­χρι πε­ρί­που τα μέ­σα του ει­κο­στού αιώ­να στον δυ­τι­κό κό­σμο, αλ­λά και σε πολ­λά γε­ω­γρα­φι­κά πλά­τη α­κό­μα και σή­με­ρα, η δια­δι­κα­σί­α του το­κε­τού ή­ταν -κα­τά κύ­ριο λό­γο- υπό­θε­ση των μαμών, γυ­ναι­κών δηλα­δή που εί­χαν α­πο­κτή­σει ε­μπει­ρι­κά τις δε­ξιό­τη­τες που α­παι­τεί η δια­χεί­ρι­ση του το­κε­τού, αλ­λά και την ι­κα­νό­τη­τα του χει­ρι­σμού του ως φαι­νό­με­νο. Η μα­μή εί­ναι ο πο­λι­τι­σμι­κός φο­ρέ­ας μιας πα­ρα­δο­σια­κής γνώ­σης που με­τα­φέ­ρεται μέ­σα α­πό α­φη­γή­σεις προ­σώπων -συ­νή­θως συγ­γε­νι­κών- α­πό γε­νιά σε γε­νιά, μιας γνώ­σης ω­στό­σο που έ­χει χα­ρα­κτή­ρα κομ­μου­νι­στι­κό, δη­λα­δή πραγ­μα­τι­κά δη­μο­κρα­τι­κό: εί­ναι κλη­ρο­νο­μιά ό­λης της κοι­νό­τη­τας και α­νοι­χτή στην κα­θε­μί­α γυ­ναί­κα που θα θε­λή­σει να μυ­η­θεί σε αυ­τήν, η κτή­ση και η ε­φαρ­μο­γή της δεν συ­νε­πά­γε­ται κα­νέ­να προνό­μιο για το φο­ρέ­α της, πι­θα­νόν μό­νο τον σε­βα­σμό της κοι­νό­τη­τας, και το κυ­ριό­τε­ρο δεν εί­ναι α­πλά τε­χνι­κή ε­φαρ­μο­γή ε­νός αυ­στη­ρά τα­ξι­νο­μη­μέ­νου και ορ­γα­νω­μέ­νου corpus ε­πι­στη­μο­νι­κών αρ­χών, αλ­λά έ­να ο­λό­κληρο σύ­μπλεγ­μα μιας κοι­νω­νι­κής σχέ­σης που συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νει και την ψυχο­συ­ναι­σθη­μα­τι­κή αλ­λη­λε­πί­δρα­ση ανά­με­σα στα δύ­ο σχε­τι­ζό­με­να μέ­ρη, σε ό­λη την διάρ­κεια της κύ­η­σης της γυ­ναί­κας και φυ­σι­κά πέ­ρα α­πό αυ­τή. Οι α­φη­γή­σεις πα­ρα­δο­σια­κών μα­μών στα μέ­ρη μας, οι ο­ποί­ες έ­χουν κα­τα­γρα­φεί6, α­πο­δει­κνύ­ουν ό­τι «οι πρά­ξεις της πα­ρα­δο­σια­κής μα­μής δεν ή­ταν κα­θιερω­μέ­νες, ή πα­γιω­μέ­νες, ή τυ­πο­ποι­η­μέ­νες, για τον κά­θε το­κε­τό, αλ­λά ε­ξα­το­μι­κευ­μέ­νες α­νά­λο­γα με την ψυ­χο­σω­μα­τι­κή δο­μή της επι­τό­κου». Τό­σο ό­σον α­φο­ρά τους χει­ρι­σμούς που α­παιτού­νται για την ο­λο­κλήρω­ση ε­νός το­κε­τού, ό­σο και ό­σον α­φο­ρά τις στιγ­μές του τε­λε­τουρ­γι­κού της ψυ­χο­συ­ναι­σθη­μα­τι­κής προ­ε­τοι­μα­σί­ας της ε­πι­τόκου που ή­ταν μέ­ρος αυ­τού του φαι­νο­μέ­νου.
Σε ό­λη αυ­τή την πα­ρά­δο­ση εί­ναι σημα­ντι­κό το γε­γο­νός ό­τι στην μορ­φή της μα­μής (χωρίς να εί­ναι α­πα­ραί­τη­το να την α­ντι­κρί­σου­με υπό έ­να ι­δε­α­λι­στι­κό ο­πτι­κό πρί­σμα που θα α­γνο­εί την αλ­λο­τρί­ω­ση των συ­ντη­ρη­τι­κών πα­ρα­δο­σια­κών κοι­νο­τή­των, φιλ­τρά­ρο­ντας τις υ­φιστά­μενες κοι­νω­νι­κές συ­γκρού­σεις) συ­μπυκνώ­νο­νται μάλ­λον α­ξί­ες αλ­λη­λεγ­γύ­ης και σεβα­σμού μέ­σα στην κοι­νό­τη­τα, παρά ιε­ραρ­χι­κές α­ξί­ες δια­χω­ρι­σμού, βα­σι­σμέ­νες στην ε­ξου­σί­α της γνώ­σης (του ει­δι­κού) ή στον ε­μπορευ­μα­τι­κή σχέ­ση.
Η α­πό­πει­ρα α­παλλο­τρί­ω­σης της πα­ρα­δοσια­κής/κοι­νο­τι­κής γνώ­σης για την γέν­να και ο με­τα­σχη­μα­τι­σμός της σε γνώση ε­ξει­δι­κευ­μένη, σε γνώ­ση δη­λα­δή προ­ο­ρι­σμέ­νη να κα­τέ­χε­ται μό­νο α­πό «ειδι­κούς», ε­πι­φορ­τι­σμέ­νους με αυ­τό τον ρό­λο, ή­ταν μια δια­δι­κα­σί­α μα­κρο­χρό­νια, που ση­μα­δεύ­τη­κε α­πό συ­γκρού­σεις και α­ντι­θέ­σεις, (και) η ο­ποί­α μό­νο πο­λύ πρό­σφα­τα, και μό­νο στις δυ­τι­κή γω­νιά του πλα­νή­τη, κα­τά­φε­ρε να γί­νει κα­θο­λι­κή συν­θή­κη. Η λη­ξιαρ­χι­κή πρά­ξη γέν­νη­σης της, μπορεί να α­νι­χνευ­θεί στην προ­σπάθεια ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­σης των φαι­νο­μέ­νων της υ­γεί­ας/α­σθέ­νειας, που ξε­κί­νη­σε με την γαλλι­κή ε­πα­νά­στα­ση και την ά­νο­δο της α­στι­κής τά­ξης στην ε­ξου­σία.
Ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­ση: α­νά­γνω­ση της κοι­νω­νι­κής κί­νη­σης και των φαι­νο­μέ­νων που την συ­γκρο­τούν, με ερ­γα­λεί­ο τον ορ­θό λό­γο, το λό­γο δη­λα­δή του κα­πι­τα­λι­σμού. Με­τά­φρα­ση στην οι­κο­νο­μι­κή αρ­γκό του συστή­μα­τος: ορ­γά­νω­ση του νο­η­τού κό­σμου, δη­λα­δή ορ­γά­νω­ση κά­θε πτυ­χής της κοι­νω­νι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας και δια­νό­η­σης με τέ­τοιο τρό­πο, ώ­στε να α­πο­φέ­ρει το μέ­γι­στο δυ­να­τό κέρ­δος. Η ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­ση στον το­μέ­α της δια­χεί­ρι­σης της αν­θρώ­πι­νης υ­γεί­ας συ­γκρο­τή­θη­κε στή­νο­ντας πο­λε­μι­κά μέ­τω­πα ε­νά­ντια στην πα­ρα­δο­σιακή/κοι­νο­τική ια­τρι­κή, που κυ­ριαρ­χούσε μέ­χρι τό­τε στον δυ­τι­κό κό­σμο (μέ­ρος της ο­ποί­ας α­πο­τε­λού­σε η δια­χεί­ρι­ση του φαι­νο­μέ­νου του το­κε­τού), και βα­σί­στη­κε στην ε­πι­στη­μο­νι­κο­ποί­η­ση των φαι­νο­μέ­νων της υ­γεί­ας και της α­σθέ­νειας στα πλαί­σια (πά­ντα) της ε­μπο­ρευ­ματι­κής λει­τουρ­γί­ας, που ή­ταν ήδη σε ε­ξέ­λι­ξη.
Α­να­γνω­ρί­ζου­με στην ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­ση την συ­νι­στα­μέ­νη δύ­ο δια­δι­κα­σιών. Η κλη­ρο­νο­μιά της Ιπ­πο­κρά­τειου σχο­λής που ή­ταν η πρώ­τη που προ­σπά­θη­σε να συλ­λά­βει με επι­στη­μο­νι­κό τρό­πο7 τα φαι­νό­με­να της υ­γεί­ας και της α­σθέ­νειας, και ό­λης της ε­ξέ­λι­ξης της ια­τρι­κής που με­σο­λά­βη­σε στους αιώ­νες που α­κο­λού­θη­σαν, συνι­στά την πρώ­τη δια­δι­κα­σί­α. Εν­δει­κτι­κό της συμ­βο­λής αυ­τής της σχο­λής εί­ναι το γε­γο­νός ό­τι με­γά­λο μέ­ρος της πρα­κτι­κής μαιευ­τι­κής, βασί­ζε­ται α­κό­μα και σή­με­ρα στις θε­ω­ρη­τι­κές της κα­τα­κτή­σεις. Η έ­ντα­ξη της ιατρι­κής και των φαι­νο­μέ­νων της υ­γεί­ας/α­σθέ­νειας στην εμπο­ρευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α8, πράγ­μα που α­παι­τού­σε καταρ­χήν τον δια­χω­ρι­σμό α­πό τις θε­ρα­πευ­τι­κές πα­ρα­δό­σεις που εί­χαν α­να­πτυ­χθεί μέ­χρι τό­τε και την α­πο­πο­μπή τους α­πό την δη­μό­σια σφαί­ρα με την χρή­ση του νο­μι­κού ο­πλο­στα­σί­ου, συ­νι­στά την δεύ­τε­ρη και ση­μα­ντι­κό­τε­ρη δια­δι­κα­σί­α. Έ­τσι, λί­γο με­τά την γαλ­λι­κή ε­πα­νά­στα­ση κα­το­χυ­ρώ­νεται με νό­μο η ά­σκη­ση της ια­τρι­κής να α­πο­τε­λεί α­πο­κλει­στι­κό δι­καί­ω­μα των για­τρών, αυ­τών δη­λα­δή που θα λάμ­βαναν την κρα­τι­κά εγ­γυ­η­μέ­νη πι­στοποί­η­ση κα­το­χής της ια­τρι­κής ε­πι­στή­μης α­πό τα πα­νε­πι­στή­μια.
Η α­ντί­στα­ση των πα­ρα­δο­σιακών κοι­νο­τή­των και των μα­μών (που κα­το­χυ­ρώ­νουν και αυ­τές ε­παγ­γελ­μα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα στα τέ­λη του δέ­κα­του έ­να­του αιώ­να) στην δια­δι­κασί­α ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­σης της γυ­ναι­κεί­ας α­να­παρα­γω­γής ή­ταν σθε­να­ρή και κα­τά­φερ­νε μέ­χρι έ­να βαθ­μό να πε­ριο­ρί­σει την ια­τρι­κή/μαιευτι­κή πα­ρέμ­βα­ση μό­νο στις α­στι­κά και οικο­νο­μι­κά ι­σχυ­ρό­τε­ρα στρώ­μα­τα. Η πλά­στιγ­γα θα αρ­χί­σει να γέρ­νει προς την πλευ­ρά της δυ­τι­κής ια­τρι­κής στις αρ­χές του ει­κο­στού αιώ­να ό­ταν η χρή­ση των μαιευτι­κών με­θό­δων (εμ­βρυουλ­κί­α, πε­ρι­νεο­το­μί­α9) αρ­χί­ζει να γί­νε­ται ρουτί­να α­πό τους για­τρούς και πα­ράλ­λη­λα να κυ­ριαρ­χεί η ι­δέ­α της συμ­βο­λής τους στην με­γα­λύ­τε­ρη α­σφά­λεια κα­τά τον το­κε­τό, τό­σο της μη­τέ­ρας, ό­σο και του εμ­βρύ­ου. Η μεί­ω­ση της μη­τρικής/εμ­βρυ­ϊ­κής θνη­σι­μό­τη­τας, ή­ταν το κυ­ριό­τε­ρο ε­πι­χεί­ρη­μα για την ευ­ρεί­α ε­φαρ­μο­γή της και­σα­ρι­κής το­μής και γε­νι­κό­τε­ρα για την κυ­ριαρ­χί­α της μαιευ­τι­κής πρα­κτι­κής α­πό την δε­κα­ε­τί­α του 1960 και με­τά. Μια ι­δέ­α που κα­τά­φε­ρε να δια­χυ­θεί προς τα κά­τω με α­πο­τέ­λεσμα την πα­ρα­πέ­ρα ε­πέ­κτα­ση της κα­πιτα­λι­στι­κο­ποί­η­σης του το­κε­τού, ό­σο κα­το­χυ­ρω­νό­ταν οι κα­τα­κτή­σεις του κρά­τους πρό­νοιας και ε­πε­κτει­νό­ταν το δι­καί­ωμα της δω­ρε­άν πε­ρί­θαλ­ψης σε ευ­ρύ­τε­ρα τμή­μα­τα του πλη­θυ­σμού. Εί­ναι εν­δει­κτι­κό για να δώ­σου­με έ­να πα­ρά­δειγ­μα του για πό­σο πρό­σφα­τα γε­γο­νό­τα μι­λάμε ό­τι μέ­χρι τα τέ­λη της δε­κα­ε­τί­ας του 1960 στην Ελ­λά­δα, το 30% πε­ρί­που των γεν­νή­σε­ων, λάμ­βα­ναν χώ­ρα έ­ξω α­πό μο­νά­δες υ­γεί­ας, κα­τά κύ­ριο λό­γο στο σπί­τι της μη­τέ­ρας.
Το γυ­ναι­κεί­ο κί­νη­μα γεν­νή­θη­κε αμ­φι­σβη­τώντας αυ­τή την συν­θή­κη. Αμ­φι­σβη­τώ­ντας δη­λα­δή την ε­ξουσί­α του ια­τρι­κού θε­σμού πά­νω του, την αρ­χή του δια­χω­ρι­σμού κα­τά τον το­κε­τό, ό­πως γρά­ψαμε πα­ρα­πά­νω. Οι γυ­ναι­κεί­ες ορ­γα­νώ­σεις ό­πως η Έ­νω­ση για την Επι­μόρφω­ση σχε­τι­κά με την γέν­να, το Κί­νη­μα για την πρό­λη­ψη των Και­σα­ρι­κών το­μών, το Κί­νη­μα αυ­το­βο­ή­θειας των γυ­ναι­κών, και πολ­λές άλ­λες κα­λά ορ­γα­νω­μέ­νες και με ι­σχυ­ρή κοι­νω­νι­κή πα­ρέμ­βα­ση, α­να­πτύ­χθη­καν στα πλαίσια του φε­μι­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος και αμ­φι­σβήτησαν έ­μπρα­κτα σε κά­θε ση­μεί­ο του τον κα­πι­τα­λι­στι­κό ια­τρι­κό/ ε­ξου­σια­στι­κό λόγο για τον το­κε­τό, αλ­λά ό­χι μό­νο.
Πρώ­τα α­πό ό­λα στο πε­δί­ο του ορι­σμού, α­να­δει­κνύ­ο­ντας το πώς τα γλωσ­σο­λο­γικά ζη­τήμα­τα εί­ναι κα­θο­ρι­σμέ­να κοινω­νι­κό- ι­στο­ρι­κά. Για πα­ρά­δειγμα, ε­νώ η μαιευ­τι­κή ο­ρί­ζει τον το­κε­τό ως την δια­δι­κα­σί­α κα­τά την ο­ποί­α το έμ­βρυο εκ­βάλ­λε­ται α­πό το γεν­νη­τι­κό σω­λή­να της γυ­ναί­κας στο πε­ρι­βάλ­λον, οι φε­μι­νί­στριες συ­νέ­λα­βαν τον τοκε­τό ως φυ­σικό και φυ­σιο­λο­γι­κό φαι­νό­με­νο του γυ­ναι­κεί­ου ορ­γα­νι­σμού. Με τον ί­διο τρό­πο άρ­χι­σαν να συ­ζητά­νε με­τα­ξύ τους για τα κα­θη­με­ρι­νά τους προ­βλή­μα­τα, και για τα ει­δι­κά γυ­ναι­κεί­α προ­βλή­μα­τα υ­γεί­ας, για την λει­τουρ­γί­α του ια­τρι­κού θε­σμού σε σχέ­ση με την γυ­ναι­κεί­α υ­γεί­α και πως συ­μπλέκε­ται το σύ­στη­μα υ­γεί­ας με το κα­πι­τα­λιστι­κό σύ­στη­μα συ­νο­λι­κά. Μάθαι­ναν με άλ­λα λό­για να πα­ρά­γουν θε­ω­ρί­α. Στην πρά­ξη οι γυ­ναί­κες προ­σπά­θη­σαν να ξα­να­πά­ρουν στα χέ­ρια τους την υ­γεί­α τους. Είτε ευ­νο­ώ­ντας την πα­ρέμ­βα­ση των μαιών και την ε­νί­σχυ­ση κι­νή­σε­ων για την υ­πε­ράσπι­ση του φυ­σιο­λο­γι­κού το­κε­τού, εί­τε παίρ­νοντας έ­να με­γάλος μέ­ρος της προ­σω­πι­κής τους φρο­ντί­δας και υ­γείας στα χέ­ρια τους. Για πα­ρά­δειγ­μα στα πλαί­σια του γυ­ναι­κεί­ου κι­νή­μα­τος αυ­το­βο­ήθειας10, οι γυ­ναί­κες μά­θαι­ναν να α­να­γνω­ρί­ζουν τι ση­μαί­νουν συ­γκε­κρι­μέ­να συ­μπτώ­μα­τα που εμ­φα­νί­ζο­νταν στον ορ­γα­νι­σμό τους, μά­θαι­ναν να κά­νουν η μί­α στην άλ­λη τον προ­λη­πτι­κό έλεγ­χο για τον καρ­κί­νο του τρα­χή­λου της μή­τρας, μά­θαι­ναν τον χει­ρι­σμό και την ση­μα­σί­α του σπι­ράλ στην α­πο­φυ­γή της ε­γκυ­μο­σύ­νης, κλπ.
Ξε­κι­νώ­ντας α­πό δια­φο­ρε­τι­κές α­φε­τη­ρί­ες, αλλά υ­πε­ρα­σπι­ζό­με­νοι ί­διες α­ξί­ες, α­να­πτύ­χθη­καν διά­φο­ρα πει­ρά­μα­τα ε­ντός του ια­τρικού θε­σμού, που αμ­φι­σβή­τη­σαν τις κυ­ρί­αρ­χες θε­σμί­σεις ό­σον α­φο­ρά τον το­κε­τό. Το πιο ση­μα­ντι­κό α­πό αυ­τά ή­ταν έ­να πεί­ρα­μα σε μια μαιευτι­κή κλι­νική του δη­μό­σιου νο­σο­κο­μείου στο Πι­τι­βιέ, μια μι­κρή ε­παρ­χιακή πό­λη της Γαλ­λί­ας. Σε αυ­τή την κλι­νι­κή ο γάλ­λος για­τρός Μι­σέλ Ο­ντέν και το μαιευ­τι­κό και νο­ση­λευ­τι­κό προσω­πι­κό της κλι­νι­κής α­πο­φά­σι­σαν να ε­φαρ­μό­σουν ρι­ζο­σπα­στι­κές με­θό­δους για τον το­κε­τό, που το­πο­θε­τού­σαν στο ε­πί­κε­ντρο τους την αυ­το­διά­θε­ση της μη­τέ­ρας και την εκ νέ­ου α­να­κά­λυψη της βιω­μέ­νης μη­τρι­κής ε­μπει­ρί­ας, αλ­λά­ζοντας ρι­ζι­κά τους ρό­λους των σχέ­σε­ων γιατρός-μαί­α-έ­γκυος γυναί­κα11. Έ­τσι ε­πα­να­σχε­δί­α­σαν εκ βά­θρων ό­λη την ε­μπει­ρί­α της ε­γκυ­μο­σύ­νης, μειώ­νο­ντας στο ε­λά­χι­στο την ια­τρι­κή πα­ρέμ­βα­ση, δια­μορ­φώ­νοντας μια αρ­χι­τε­κτο­νι­κή του κτι­ρί­ου συμ­βα­τή με την συ­γκε­κρι­μέ­νη ε­μπει­ρί­α, α­φή­νοντας τις γυ­ναί­κες να α­πο­φα­σί­ζουν πως θα δια­θέ­σουν τον χρό­νο τους στην διάρ­κεια του το­κε­τού τους (π.χ. χω­ρίς να κα­θη­λώ­νο­νται στο κρε­βά­τι στην διάρ­κεια του πρώ­του σταδί­ου του το­κε­τού, αλ­λά κά­νο­ντας βόλ­τες και συ­ζη­τώ­ντας με άλ­λες μη­τέ­ρες στον κή­πο του μαιευ­τη­ρί­ου), ευ­νο­ώ­ντας την πα­ρου­σί­α α­γα­πη­μέ­νων προ­σώ­πων στην διάρ­κεια του το­κε­τού, προ­ά­γο­ντας ό­ποια στά­ση ε­πι­θυ­μεί η γυ­ναί­κα για να γεν­νή­σει (π.χ. μέ­σα στο νε­ρό, ή όρ­θια, κ.α.), και μειώ­νο­ντας τις καισα­ρι­κές το­μές πε­ρί­που στο 7%, ό­που δη­λα­δή ή­ταν α­πα­ραί­τη­τη η έν­δει­ξη να γί­νουν προ­κει­μέ­νου να δια­σφα­λι­στεί η ζω­ή του εμ­βρύ­ου και της μη­τέ­ρας. Πά­νω α­πό ό­λα: δί­νο­ντας την ε­ξου­σί­α στην ί­δια την γυ­ναί­κα να α­πο­φα­σί­σει πως θα δια­θέ­σει η ί­δια το σώ­μα της και τον ε­αυ­τό της στην διάρ­κεια της ε­μπει­ρί­ας της ε­γκυμο­σύ­νης και του το­κε­τού της.
Στα πλαί­σια αυ­τού του πει­ρά­μα­τος απο­δεί­χτη­κε12 ό­τι οι μέ­θο­δοι που ε­φαρ­μό­ζο­νταν σε κλι­νι­κές αυ­τού του εί­δους εί­χαν τα ί­δια ή κα­λύ­τε­ρα α­πο­τε­λέ­σμα­τα σε σχέ­ση με την μη­τρι­κή/πε­ρι­γεν­νη­τι­κή θνη­σι­μό­τητα α­πό αυ­τές που ε­φαρ­μό­ζονταν σε ό­λες τις δη­μό­σιες μαιευ­τι­κές κλι­νι­κές (για τις ι­διωτι­κές που η σχέ­ση ε­μπό­ρευ­μα έ­χει φτά­σει στο ση­μεί­ο έ­κρη­ξης της, δεν το συ­ζη­τά­με κα­θό­λου), κα­ταρ­ρί­πτο­ντας ου­σια­στι­κά κά­θε μύ­θο της κυ­ρί­αρ­χης μαιευ­τι­κής ως προ­α­γω­γού της α­σφάλειας της ζωής της μη­τέ­ρας και του εμ­βρύ­ου.
Τό­σο ο λό­γος και οι πρα­κτι­κές του φε­μι­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος, ό­σο και το πεί­ρα­μα της κλι­νι­κής Πι­τι­βιέ, αλ­λά και άλ­λα που ε­φαρ­μό­ζο­νται α­κό­μα και σή­με­ρα (κυ­ρί­ως α­πό μαί­ες και για­τρούς για την προ­ώ­θη­ση του φυ­σιο­λογι­κού το­κε­τού), α­να­δει­κνύ­ουν τον πλού­το της αν­θρώ­πι­νης αμ­φι­σβή­τη­σης και την δη­μιουρ­γι­κή της ι­κα­νό­τη­τα (αυ­τή την ι­κα­νό­τη­τα, που στην συλ­λο­γι­κή της έκ­φρα­ση ο Κα­στο­ριά­δης την λέ­ει: ρι­ζι­κό φα­ντα­σια­κό), δη­λα­δή την δυ­να­τό­τη­τα της ό­χι μόνο να βά­ζει σε κρί­ση τις κυ­ρί­αρ­χες θε­σμί­σεις της κα­πι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας, αλ­λά και να βά­ζει σε ε­φαρ­μο­γή δια­φο­ρε­τικές προ­τά­σεις: να δη­μιουρ­γεί δη­λα­δή και­νούρ­γιους θε­σμούς, με δια­φο­ρε­τι­κή λει­τουρ­γί­α α­πό τους θε­σμούς της κυ­ριαρ­χί­ας. Εί­ναι πι­θα­νόν κοι­νό­το­πη η ε­πα­νά­λη­ψη αυ­τής της πραγ­μα­τι­κό­τητας, αλ­λά έ­χει τε­ρά­στια ση­μα­σί­α να ορ­θώ­νου­με το α­νά­στη­μα της, ε­νά­ντια σε αυ­τήν την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που βιώ­νου­με σή­με­ρα, η ο­ποί­α α­νά­με­σα στα άλ­λα μας θέ­τει συ­νε­χώς διά­φο­ρους εκ­βια­σμούς, ό­πως για πα­ρά­δειγ­μα ό­τι η ε­παναστα­τι­κή πρό­τα­ση εί­ναι ου­το­πι­κή ή ό­τι η μόνη α­λή­θεια για τον κό­σμο εί­ναι αυ­τή που κυ­ριαρχεί σή­με­ρα.
Τε­ρά­στια ση­μα­σί­α έ­χει ε­ξάλ­λου η ε­πα­να­στα­τι­κή κρι­τι­κή. Το γε­γο­νός για πα­ρά­δειγ­μα ό­τι η κλι­νι­κή Πι­τι­βιέ, ό­πως και ό­τι οι ο­μά­δες για τον φυ­σιο­λο­γι­κό το­κε­τό, ό­πως ε­ξάλ­λου αρ­κε­τά α­πό τα γυ­ναι­κεί­α προ­τάγ­μα­τα των πε­ρα­σμέ­νων δε­κα­ε­τιών, α­πο­τε­λούν πια κα­τε­στη­μέ­νους θε­σμούς θα πρέ­πει να ερ­μη­νευ­θεί. Και μέ­σα σε έ­να σο­βα­ρό ερ­μη­νευ­τικό πλαί­σιο, α­φο­ρι­σμοί του στυλ «ό­λα τα κα­τα­πί­νει το σύ­στη­μα», «πά­ντα έ­τσι γίνε­ται», κλπ, εί­ναι πο­λύ φτω­χοί για να χω­ρέ­σουν. Προ­τεί­νουμε ό­τι το νή­μα της Α­ριάδ­νης βρί­σκε­ται στο λό­γο και στην πρά­ξη του φε­μι­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος (αλ­λά και άλ­λων συ­νι­στωσών της αμ­φι­σβή­τη­σης που σχε­τί­ζονται με την υ­γεί­α/α­σθέ­νεια), δη­λα­δή στην έ­μπρα­κτη κρι­τι­κή που αυ­τό α­νέ­πτυ­ξε. Ό­χι για να το α­φο­ρί­σου­με, αλ­λά για να κα­τα­λά­βου­με.
Ανα­λύ­ο­ντας την φε­μι­νι­στι­κή κρι­τι­κή δεν μπο­ρού­με να πα­ρα­βλέ­ψου­με την α­πο­σπα­σμα­τι­κό­τη­τα της. Η φε­μι­νι­στι­κή κρι­τι­κή εί­ναι α­ποσπα­σμα­τι­κή ε­πει­δή ε­πι­κε­ντρώ­νε­ται στην κα­πιτα­λι­στι­κή μορ­φή της κυ­ριαρ­χί­ας και ό­χι στο πε­ριε­χό­με­νο της, χω­ρίς φυ­σι­κά να ι­σχυ­ρι­ζό­μα­στε ό­τι το πα­ρα­βλέ­πει. Ε­πει­δή ε­στιά­ζει τα βέ­λη στα μέ­σα και ό­χι στον σκο­πό της κα­πι­ταλι­στι­κής λει­τουρ­γί­ας. Για πα­ρά­δειγ­μα δεν είναι η ει­σα­γω­γή του εμ­βρυουλ­κού που εί­χε σαν α­πο­τέ­λε­σμα την α­παλ­λο­τρί­ω­ση της πα­ρα­δο­σια­κής γνώ­σης της κοι­νό­τη­τας για τον το­κε­τό α­πό τους για­τρούς/μαιευ­τή­ρες, αλ­λά η ί­δια η δυ­να­μι­κή του κα­πι­τα­λι­σμού για ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­ση/ε­μπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση της αν­θρώ­πι­νης α­να­πα­ρα­γω­γής που επέ­βα­λε την ει­σα­γω­γή της ια­τρι­κής τε­χνο­λο­γίας στον το­κε­τό. Με τον ί­διο τρό­πο ε­ξί­σου ση­μα­ντι­κό χα­ρα­κτη­ρι­στικό της ε­ξου­σια­στι­κής σχέ­σης για­τρού-α­σθε­νούς, που μια με­ρι­κή μορ­φή της εί­ναι η σχέ­ση ε­πί­το­κος γυ­ναί­κα-μαί­α-μαιευ­τή­ρας, εί­ναι και ο ε­μπο­ρευ­μα­τι­κός της χα­ρα­κτή­ρας. Κά­ποιοι δη­λα­δή, ε­κτός α­πό το α­ντλούν κύ­ρος και ε­ξου­σί­α, βγά­ζουν κέρ­δος α­πό αυ­τή την σχέ­ση. Γι’ αυ­τό ε­ξάλ­λου «σύλ­λο­γοι για την προ­ώ­θη­ση του φυ­σιο­λο­γι­κού το­κε­τού», που α­να­πτύσ­σο­νται σή­με­ρα α­πό μαί­ες και για­τρούς (α­κόμα και στην Ελ­λά­δα), στο βαθ­μό που δεν θέ­τουν το ζή­τη­μα του το­κε­τού σε μια βά­ση α­ντα­γω­νι­στι­κή, αλ­λά σε μια βά­ση να­του­ρα­λι­στι­κή («ε­πι­στροφή στην φύ­ση», κλπ), που λί­γο ή κα­θό­λου αμ­φι­σβη­τεί την κυ­ρί­αρ­χη ια­τρι­κή θέσμι­ση (αν και η αλή­θεια εί­ναι ό­τι της μειώ­νει έ­να τμή­μα α­πό το κέρ­δος της), έ­χουν χά­σει τον αιχ­μη­ρό πυ­ρή­να της αμ­φι­σβήτη­σης τους και ε­ναρ­μο­νί­ζο­νται σε με­γάλο βαθ­μό με τις α­ξί­ες και τις αρ­χές της κα­πι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας. Δεν εί­ναι ε­ξάλ­λου κα­θό­λου τυ­χαί­ο ό­τι τα υ­πο­κεί­με­να στα ο­ποί­α α­πευ­θύ­νο­νται εί­ναι υ­πο­κεί­με­να των με­σο­ανώ­τε­ρων οι­κο­νο­μι­κών στρω­μά­των, που α­πο­γο­η­τευ­μέ­να α­πό την κυ­ρί­αρ­χη ια­τρι­κή στις διά­φο­ρες εκ­φάν­σεις της, α­να­ζητούν «εναλ­λα­κτι­κές φρο­ντί­δες υ­γεί­ας». Δεν εί­ναι πα­ρά­ξε­νο που μπο­ρούν και τις βρί­σκουν σχε­τι­κά εύ­κο­λα.
Η δη­μιουρ­γί­α ε­νός νέ­ου θε­σμού εί­ναι μια με­γά­λη υ­πό­θε­ση ερ­γα­σί­ας, που πο­λύ λι­γό­τε­ρο α­πό το να α­πο­τε­λεί σχέ­διο ε­πί χάρ­του, εί­ναι πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο υ­πό­θε­ση αυ­τών που θα ε­πι­θυ­μή­σουν το και­νο­τό­μο σχέ­διο. Αυ­τό που χρεια­ζό­μα­στε εί­ναι έ­να και­νούρ­γιο φα­ντα­σιακό για την γέν­να, έ­να νέ­ο πρό­ταγ­μα. Χρεια­ζό­μα­στε να φα­νταστού­με κά­τι ρι­ζι­κά δια­φο­ρε­τι­κό α­πό αυ­τό που ση­μαί­νει σή­με­ρα η έν­νοια το­κε­τός. Αρ­χι­τέ­κτο­νες του δεν μπο­ρεί παρά να εί­ναι πρώ­τα α­πό ό­λα οι γυ­ναί­κες που θα θε­λή­σουν να υ­πε­ρα­σπι­στούν την αυ­το­νο­μί­α τους, και οι ερ­γα­ζόμε­νοι στην υ­γεί­α (για­τροί, μαί­ες, νο­ση­λεύ­τριες), που θα θε­λή­σουν να αρ­νη­θούν έ­μπρα­κτα τον ρό­λο τους ως ει­δι­κοί (και την κοι­νω­νι­κή/οι­κο­νο­μι­κή ε­ξου­σί­α που αυτός συ­νε­πά­γε­ται) και να θέ­σουν το γνω­στι­κό κε­φά­λαιο τους, αλ­λά και τους ί­διους τους ε­αυ­τούς στην υ­πη­ρε­σία της άρ­νη­σης. Αρ­χι­τέκτο­νες του δεν μπο­ρεί πα­ρά να εί­ναι τα υ­πο­κεί­με­να της αμ­φι­σβή­τη­σης που θα θε­λή­σουν να φτιά­ξουν α­πό σή­με­ρα θε­σμούς που θα αρ­νού­νται τις κυ­ρί­αρ­χες θε­σμί­σεις, και θα α­γω­νί­ζο­νται ε­ναντί­ον τους. Έ­χο­ντας διαρ­κώς στον ο­ρί­ζο­νται τους την πλή­ρη κα­τάρ­γη­ση των ση­με­ρι­νών εκ­με­ταλ­λευ­τι­κών/ε­ξου­σιαστι­κών σχέ­σε­ων. Θα λέ­γα­με ό­τι ό­σο δύ­σκολο εί­ναι να το πεις και να το υ­πε­ρα­σπι­στείς δη­μό­σια αυ­τό το πράγ­μα, άλ­λο τό­σο δύ­σκο­λο εί­ναι να το πραγ­μα­το­ποι­ή­σεις. Ί­σως λί­γο πιο δύ­σκο­λο, μην εί­μα­στε και υ­περ­βο­λι­κοί.
Αυ­τός ο θε­σμός δεν μπο­ρεί πα­ρά να προ­ά­γει την αυ­το­νο­μί­α των γυναι­κών, την δυ­να­τό­τη­τα τους δη­λα­δή να απο­φα­σί­ζουν με ε­πί­γνω­ση πως ε­πι­θυ­μούν να γεν­νή­σουν, που, υ­πό ποιες συν­θή­κες, με ποιους ό­ρους (α­κό­μα και με χρή­ση υ­πο­βο­ή­θη­σης αν με πλή­ρη ε­πί­γνω­ση ε­πι­θυ­μούν κά­τι τέ­τοιο) και με ποιους σύμ­βου­λους γέν­νας δί­πλα τους (για­τρούς ή μαί­ες). Και δεν μπο­ρεί ταυ­τό­χρο­να, πα­ρά να αρ­νεί­ται έ­μπρα­κτα την ε­μπο­ρευ­μα­τι­κή σχέ­ση σε κά­θε της μορ­φή και κά­θε στιγ­μή της ύ­παρ­ξης του. Πά­ει να πει: να ε­ντάσ­σει την λει­τουρ­γί­α του διαρ­κώς στην υ­πό­θε­ση της κοι­νω­νι­κής α­πε­λευ­θέ­ρω­σης, στο πρό­ταγ­μα της κοι­νω­νι­κής αυ­το­νο­μί­ας. Α­πλά πράγ­μα­τα.



Υ­στε­ρό­γρα­φο: το συ­γκε­κρι­μέ­νο κεί­με­νο εί­χε προ­βλεφτεί να α­πο­τε­λεί το τρί­το μέ­ρος μιας ε­νό­τη­τας, της ο­ποί­ας το πρώ­το θα πε­ριλάμ­βα­νε έ­να κεί­με­νο που θα ε­πε­ξερ­γα­ζό­ταν την κυ­ρί­αρ­χη α­ντί­λη­ψη για το σώ­μα σή­με­ρα και το δεύ­τε­ρο μια ε­φαρ­μο­γή αυ­τής της α­ντί­λη­ψης, που σχε­τί­ζε­ται με την κα­τα­σκευ­ή της πα­χυ­σαρ­κί­ας σαν νόσου. Με αυ­τή την έν­νοια, η γέν­να, μια ζω­ντα­νή και ει­δι­κή λει­τουρ­γί­α και κοι­νω­νι­κή σχέ­ση του γυ­ναι­κεί­ου υ­πο­κει­μέ­νου, α­φή­νο­ντας σκό­πι­μα προς το πα­ρών στην ά­κρη το ζή­τη­μα των νέων τε­χνο­λο­γιών α­να­πα­ρα­γω­γής, εί­χε σχε­δια­στεί να εί­ναι το τρί­το μέ­ρος αυ­τής της ε­νότη­τας. Πα­ρό­λο που εκ­δί­δε­ται πρώ­το, φι­λοδο­ξού­με στα ε­πό­με­να τεύ­χη να πα­ρου­σια­στούν και τα υπό­λοι­πα μέ­ρη.



1. Το ζή­τη­μα αυ­τής της συν­θή­κης πα­ρό­λο που εί­ναι τρο­με­ρά ση­μα­ντι­κό και πα­ρό­λο που υ­πο­βό­σκει σε κά­θε πρό­τα­ση αυ­τού του κει­μέ­νου, μοιά­ζει να υ­πο­βαθ­μί­ζε­ται. Αυ­τό γί­νε­ται για λό­γους οι­κο­νο­μί­ας του χώ­ρου. Ω­στό­σο, ας μην νο­μί­σει κα­νείς ό­τι δεν το ‘χου­με συ­νε­χώς στο μυα­λό μας. Για πα­ρά­δειγ­μα, ό­ταν θα μι­λά­με πα­ρα­κά­τω για τους α­γώ­νες των γυναι­κών για την ε­πα­νοι­κειο­ποί­η­ση της ε­μπει­ρί­ας της γέν­νας, δεν ξε­χνά­με ού­τε στιγ­μή ό­τι αυ­τοί οι α­γώ­νες α­πο­τε­λούν υ­πο­σύ­νο­λο των συ­νο­λι­κό­τε­ρων α­γώ­νων των γυ­ναι­κών για την χει­ρα­φέ­τη­ση τους.
2. Φαρ­μα­κευτι­κή υ­πο­βο­ή­θη­ση γί­νε­ται με εν­δο­φλέ­βια χο­ρή­γη­ση μη­τρο­συ­σπα­στι­κών φαρ­μά­κων, φαρ­μά­κων δη­λα­δή που προ­κα­λούν και ε­νι­σχύ­ουν τις συ­στο­λές της μή­τρας, για να προ­ω­θεί το έμ­βρυο προς τα κά­τω. Τε­χνι­κή υ­πο­βο­ήθη­ση γί­νε­ται με «τε­χνη­τή ρή­ξη των υ­μέ­νων», δη­λα­δή αυ­τό, που ό­ταν συμ­βαί­νει φυ­σιο­λογι­κά στην έ­ναρ­ξη του δεύ­τε­ρου στα­δί­ου του το­κε­τού, οι γυ­ναί­κες το λέ­νε «σπά­νε τα νε­ρά».
3. Σύμ­φωνα με δη­λώ­σεις του προ­έ­δρου της Πα­γκό­σμιας Γυ­ναι­κο­λο­γι­κής και Μαιευ­τι­κής Εται­ρεί­ας (FIGO), το πο­σο­στό των γυ­ναι­κών στα ι­διω­τι­κά μαιευ­τή­ρια της Βρα­ζι­λί­ας (στο οποί­ο συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νε­ται κα­τά συ­ντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία η α­νώ­τε­ρη τά­ξη της χώ­ρας), που γεν­νούν με και­σα­ρική το­μή, κα­τόπιν ε­πι­θυ­μί­ας τους, εί­ναι πά­νω α­πό 90%. Στην Νό­τια Α­φρι­κή, πι­θα­νόν στην χώ­ρα με την χει­ρό­τε­ρη σχε­τι­κή πα­ρά­δο­ση, το πο­σο­στό των και­σα­ρι­κών το­μών στα δη­μό­σια νο­σο­κο­μεί­α εί­ναι 75%.
4. «Σε κλεί­νουν σε έ­να νο­σο­κο­μεί­ο, ξυ­ρί­ζουν τις τρί­χες σου και κα­θη­λώ­νουν τα χέρια σου, δεν σου ε­πι­τρέ­πουν να δεις, δεν θέ­λουν να κα­τα­λά­βεις, θέλουν να πι­στέ­ψεις πως η ε­ξου­σί­α εί­ναι δι­κή τους, ό­χι δι­κή σου. Κολ­λά­νε βε­λό­νες πά­νω σου έ­τσι που δεν θέ­λεις να α­κού­σεις τί­πο­τα, πρέ­πει να εί­σαι σαν γου­ρού­νι, τα πό­δια σου το­πο­θε­τού­νται σε έ­να με­ταλ­λι­κό πλαί­σιο, σε δέ­νουν, τε­χνι­κοί, μη­χα­νι­κοί, κρε­ο­πώ­λες, α­δέ­ξιοι και χα­ζο­χα­ρού­με­νοι φοι­τη­τές κά­νουν πρα­κτι­κή ά­σκη­ση στο σώ­μα σου, βγά­ζουν έ­ξω το μω­ρό με έ­να πιρού­νι, ό­πως βγά­ζεις έ­να κομ­μά­τι τουρ­σί α­πό έ­να βά­ζο με τουρ­σί. Με­τά α­πό αυ­τό σου γε­μί­ζουν τις φλέ­βες με κόκ­κι­νο πλα­στι­κό, το εί­δα να τρέ­χει μέ­σα στο σω­λή­να του ο­ρού. Δεν θα τους αφή­σω να μου κά­νουν κά­τι τέ­τοιο ξα­νά». Margaret Atwood Surfacing, η με­τά­φρα­ση δι­κή μας.
5. Γρά­φει η Elizabeth Nihell, μια μαί­α του 18ου αιώ­να, πως οι μαί­ες που χρη­σι­μο­ποί­η­σαν εμ­βρυουλ­κούς, «ε­ξαρ­χής τους βρή­καν α­σή­μα­ντα και ε­πι­κίν­δυ­να υ­πο­κα­τά­στα­τα των χε­ριών τους, με τα ο­ποί­α (χέ­ρια) ή­ταν βέ­βαιες ό­τι έ­κα­ναν τους χει­ρι­σμούς πιο α­σφα­λείς, πιο α­πο­τε­λεσμα­τι­κούς, και με λι­γό­τε­ρο πό­νο για τις μη­τέ­ρες». Α­να­φέ­ρε­ται α­πό την Emily Martin στο The cultural analysis of reproduction, σελ. 143, η με­τά­φρα­ση δι­κή μας.
6. Οι­κο­νο­μόπου­λος Χρ., Α. Οι­κο­νο­μο­πού­λου, Ο το­κε­τός, οι δυ­στο­κί­ες, τα ευ­το­κί­α, στην με­τα­δη­μώ­δη ια­τρι­κή, κα­τά τα με­τα­βυ­ζα­ντι­νά χρό­νια του νέ­ου ελ­ληνι­σμού, στο Θέ­μα­τα μαιευ­τι­κής-γυ­ναι­κο­λο­γί­ας, τό­μος ΙΘ, τεύ­χος 3, Ιού­λιος- Σε­πτέμ­βριος 2005.
7. Ε­πι­στη­μο­νι­κά φαι­νό­με­να, δη­λα­δή φαι­νό­με­να που υ­πό­κει­νται σε πα­ρατή­ρη­ση, που ε­πα­να­λαμ­βά­νο­νται με συ­γκε­κρι­μέ­νο και προ­βλέ­ψι­μο τρό­πο στις δια­δο­χι­κές στιγ­μές τους, που πρέ­πει να ε­ξε­λι­χθούν φυ­σιολο­γι­κά, που εμ­φα­νί­ζουν ο­ρι­σμέ­νες φορές δυ­σκο­λί­ες κα­τά την ε­ξέ­λι­ξη τους και α­παι­τούν συ­γκε­κρι­μέ­νη με­θο­δο­λο­γί­α α­ντι­με­τώ­πι­σης, τις ο­ποί­ες μπο­ρούν να φέ­ρουν σε πέ­ρας οι ει­δι­κοί και μό­νο, που ε­νί­ο­τε χα­ρα­κτη­ρί­ζο­νται α­πό μια συ­γκε­κρι­μέ­νη πα­θο­λο­γί­α , η ο­ποί­α μπο­ρεί να θέ­σει σε κίν­δυ­νο τό­σο την μη­τέ­ρα, ό­σο και το έμ­βρυο.
8. Ε­δώ μπαί­νουν έ­να σω­ρό νέ­α ζη­τή­μα­τα που α­παι­τούν ε­πε­ξερ­γα­σί­α προ­κει­μέ­νου να μην δη­μιουρ­γη­θούν πα­ρα­νο­ή­σεις. Έ­να α­πό αυ­τά εί­ναι αν η ορ­θο­λο­γι­κο­ποί­η­ση ή­ταν α­πα­ραί­τη­τη για την πρό­ο­δο της σύγ­χρο­νης ια­τρι­κής. Α­φή­νο­ντας στην ά­κρη το ζή­τη­μα του α­κρι­βούς ο­ρι­σμού αυ­τής της προ­ό­δου και της ση­μα­σί­ας της, υ­πο­στηρί­ζου­με ό­τι δεν ή­ταν, ό­πως ε­ξάλ­λου δεν εί­ναι και σή­με­ρα, αν βέ­βαια λάμ­βα­νε χώ­ρα σε έ­να δια­φο­ρε­τι­κό πο­λι­τι­σμι­κό πλαί­σιο. Ω­στό­σο, αυ­τό α­παι­τεί πραγ­μα­τι­κά πε­ραι­τέ­ρω α­νά­λυ­ση.
9. Πε­ρι­νε­ο­το­μί­α εί­ναι μια μι­κρή χει­ρουρ­γι­κή ε­πέμ­βα­ση, κα­τά την ο­ποί­α τέ­μνε­ται το δέρ­μα της πε­ριο­χής με­τα­ξύ του κόλπου και του πρω­κτού της γυ­ναί­κας, δη­λα­δή του πε­ρι­νέ­ου, με σκο­πό να με­γα­λώ­σει ο κόλ­πος για να βγει το έμ­βρυο ευ­κο­λό­τε­ρα χω­ρίς να προ­κλη­θεί ρή­ξη του σφι­γκτή­ρα του πρω­κτού (δη­λα­δή για να μην σχι­στεί ο πρω­κτός της γυ­ναί­κας, με ά­σχη­μες συ­νέ­πειες, ό­πως α­κρά­τεια κο­πρά­νων, κα).
10. Το γυναι­κεί­ο κί­νη­μα αυ­το­βο­ή­θειας (self-help movement), ξε­κί­νη­σε το 1971 ως μια ο­μά­δα 30 γυ­ναι­κών που συ­ζητού­σαν για την δη­μο­σιο­ποί­η­ση του ζη­τή­μα­τος της έ­κτρω­σης. Α­πο­τέ­λε­σμα αυ­τών των συ­ζη­τή­σε­ων ή­ταν η δη­μιουρ­γί­α της πρώ­της κλι­νι­κής αυ­το­βο­ή­θειας. Για να κα­τα­λάβου­με την ε­πί­δρα­ση του, ως την πε­ρί­ο­δο Ρί­γκαν που άρ­χι­σε η πα­ρακ­μή του, α­να­φέρου­με ό­τι το 1975 σε ό­λες τις Η­ΠΑ α­ριθ­μού­σαν σχε­δόν 2000 λα­ϊ­κά προ­γράμ­μα­τα υ­γεί­ας για γυ­ναί­κες με τά­ση ε­πέ­κτα­σης διε­θνώς.
11. Μέ­χρι για πα­ρά­δειγ­μα τον προ­βλη­μα­τι­σμό για την α­νά­γκη ή ό­χι της πλή­ρους α­πό­συρ­σης του άν­δρα/μαιευ­τήρα α­πό την ε­μπειρί­α του το­κε­τού -α­κό­μα και σαν φυ­σι­κή παρου­σί­α- και την ολο­κλη­ρω­τι­κή ε­πι­στρο­φή της α­πο­κλει­στι­κά σε γυναί­κες. Μια πλή­ρης πα­ρου­σί­α­ση αυ­τού του πει­ρά­μα­τος υ­πάρ­χει στα ελ­λη­νι­κά στο βι­βλί­ο του Μι­σέλ Ο­ντέν, Η γέν­να στο δρό­μο της φύ­σης, εκ­δ.Θυ­μά­ρι.
12. Σε μια συ­γκρι­τι­κή έ­ρευ­να που δη­μο­σιεύ­τη­κε στο ε­γκυρό­τε­ρο ια­τρι­κό πε­ριο­δι­κό στον κό­σμο, το 1987, το Lancet.

No comments: