Τεύχος Πέμπτο - Πρέπει να ξέρεις πως να αρχίσεις μία απεργία
Στο 3ο τεύχος του περιοδικού είχαμε δημοσιεύσει ένα κεφάλαιο από το βιβλίο του Generation Precaire (εκδ. Le cherchemidi, 2004) Abdel Mabrouki, Γάλλου αλγερινής καταγωγής και συνδικαλιστή της CGT στην Pizza Hut. Σε εκείνο το πρώτο κεφάλαιο ο «συγγραφέας» αναφέρθηκε στην καθημερινότητα της δουλειάς ενός εργασιακού χώρου σαν αυτόν της Pizza Hut, σε αυτό εδώ το κεφάλαιο αναφέρεται στους αγώνες που έλαβαν χώρα στον κλάδο της ταχείας εστίασης. Τα όποια προβληματικά σημεία στην πολιτική τοποθέτηση του Mabrouki, φυσικά και δεν θα λυθούν εδώ και από εμάς. Η πληροφόρηση την οποία μας προσφέρει σχετικά με τους αγώνες αυτούς, είναι αρκετά περισσότερο σημαντική. Ο τίτλος του κειμένου είναι και ο τίτλος του κεφαλαίου. Στο τέλος ακολουθεί και ένα μικρό χρονικό από το αφιέρωμα στους αγώνες της ταχείας εστίασης της μηνιαίας αναρχικής επιθεώρησης No Pasaran, τχ. 33, Οκτώβριος 2004.
Πρέπει να ξέρεις πώς ν’ αρχίσεις μια απεργία
Η διεύθυνση δεν καταλαβαίνει παρά μόνο από σχέσεις εξουσίας. Έμαθα πως όταν ένα αφεντικό είναι εκνευρισμένο, διαπράττει λάθη τα οποία μπορούν να στραφούν υπέρ μας. Για να κάνω τα πράγματα να πάνε μπροστά στην Pizza Hut, μόνο μου όπλο ήταν η κατά μέτωπο αντιμετώπιση των προβλημάτων. Σιγά-σιγά, μαχόμενος στις τάξεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (CGT) σφυρηλάτησα μια κουλτούρα απεργίας που μου ήταν μέχρι τότε εντελώς ξένη. Το ίδιο και για τη διεύθυνση που πάντοτε είχε μπροστά της νέους σιωπηλούς και ελάχιστα διεκδικητικούς. Με τις πρώτες στάσεις εργασίας μας στο Λεβαλουά οι υπεύθυνοι έμειναν τόσο έκπληκτοι ώστε αποκτήσαμε δικαίωμα επίσκεψης της διεύθυνσης ανθρωπίνων πόρων αυτοπροσώπως. Αυτό δεν είχε ξαναγίνει: διανομείς έτοιμοι να μπλοκάρουν τη μονάδα τους για να λάβουν πριμ επικινδυνότητας ή για την ύπαρξη πολιτικής γευμάτων αντάξιων της επωνυμίας (δηλαδή όχι για μισή μερίδα κρύας πίτσας σ’ ένα κομμάτι χαρτόνι…). Αυτοί είναι άνθρωποι γραφείου οι οποίο μπορεί να ξέρουν να κάνουν συσκέψεις, αλλά δεν ξέρουν πώς λειτουργεί στην πραγματικότητα η επιχείρησή τους. Σε κάθε συγκεκριμένη διεκδίκηση, κυρίως σχετικά με το πριμ επικινδυνότητας, η διεύθυνση μου αράδιαζε λίστες με αριθμούς όπου δεν καταλάβαινα γρι και μου έλεγε ότι το πριμ θα κόστιζε εκατομμύρια στην Pizza Hut και πως, επομένως, η επιχείρηση δεν θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα.
Πρέπει όμως να είμαστε ειλικρινείς: οι περισσότερες κοινωνικές κινητοποιήσεις δεν καταλήγουν στην ικανοποίηση των άμεσων διεκδικήσεών μας. Συχνά σταματάμε την απεργία χωρίς να έχουμε κερδίσει τίποτα. Η συμπεριφορά μας όμως αρκεί για να επιβάλει το σεβασμό. Σταματώντας να δουλεύουμε, δείχνοντας απλά και μόνο στ’ αφεντικά ότι μπορούμε να το κάνουμε, κερδίζουμε σε αξιοπρέπεια. Οι εργαζόμενοι νιώθουν πάντοτε καλύτερα απέναντι στον μάνατζερ από τη στιγμή που αυτός θα καταλάβει ότι και αυτοί είναι άτομα έτοιμα να παρατήσουν αυτή την κακοπληρωμένη δουλειά. Και ακόμα ότι εργαζόμενος δε σημαίνει δούλος. Όσον αφορά τις συγκεκριμένες διεκδικήσεις μας (παπούτσια ασφάλειας, κουπόνια εστιατορίου…), όταν η διεύθυνση κατάλαβε, εν τέλει, ότι δεν κάνουμε απεργία για πλάκα, τα αιτήματά μας ικανοποιούνταν μακροπρόθεσμα. Μετά από πολλά χρόνια κατακτήσαμε ακόμα και το δικαίωμα για δωρεάν πίτσες! Εν συντομία, δεν είναι εύκολο να ασκείς πίεση σε μια μικρή μονάδα διανομής. Ίσως γι’ αυτό το λόγο δε δημιουργούν μεγαλύτερες μονάδες. Αντιθέτως, μια απεργία είναι πολύ πιο αποδοτική σ’ ένα εστιατόριο και ακόμα περισσότερο σ’ ένα εστιατόριο του Παρισιού. Αν μπορούν, σε περίπτωση απεργίας, να εκτρέψουν την παραγγελία σ’ ένα άλλο κέντρο διανομής, δεν μπορούν να ζητήσουν από την άλλη από τους πελάτες να πάνε σ’ άλλο εστιατόριο.
Από το 2000 λοιπόν, κάναμε «επίθεση» στο Παρίσι. Το νευραλγικό κέντρο της ταχείας εστίασης, η αντλία με τα δολάρια, ο πιο μεγάλος τζίρος στη χώρα. Πολύ γρήγορα οι κινητοποιήσεις σκλήρυναν τόσο στη McDonald’s όσο και στην Pizza Hut. Οι δυο φίρμες γνώρισαν τις πρώτες τους μεγάλες απεργίες σχεδόν ταυτόχρονα, με λίγες εβδομάδες απόσταση. Φαίνεται πως έφτανε ν’ ανοιχτεί ο δρόμος, να δοθεί το παράδειγμα για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους κι άλλοι εργαζόμενοι της ταχείας εστίασης. Από μερικές ώρες στάσης εργασίας περάσαμε σε μερικές μέρες, έπειτα σε μερικές βδομάδες και τελικά σε μερικούς μήνες… Μέχρι και 115 μέρες απεργίας στο εστιατόριο McDonald’s της λεωφόρου Στρασβούργου-Σαιν-Ντενί (Οκτώβριος 2001-Φεβρουάριος 2002)! Κάτι το πρωτοφανές στην καρδιά του Παρισιού, πόσο μάλιστα για τους υπάκουους, συνήθως, εργαζομένους της ταχείας εστίασης.
Γιατί όμως απεργίες τόσο μακράς διάρκειας; Οι διευθύνσεις απαντούν πως φταίνε οι απεργοί. Γι’ αυτούς, αν τους πιστέψουμε, δεν είμαστε παρά αγκιτάτορες της αριστεράς, πεισματάρηδες, λυσσασμένοι, έτοιμοι να κοιμηθούμε μέσα σ’ ένα κατάστημα McDonald’s για να κερδίσουμε αυτό που θέλουμε (το έκανα, αλλά μπορώ να σας πω ότι είναι αληθινός εφιάλτης να ξυπνάς μέσα στη μυρωδιά των χάμπουργκερ, μπροστά στη γελαστή φιγούρα του κλόουν Ρόνεϊ των McDonald’s). Απέναντι σ’ αυτές τις συνηθισμένες κατηγορίες απαντάω πολύ απλά ότι οι νέοι εργαζόμενοι, οι οποίοι στερούνται της μοναδικής πηγής του εισοδήματός τους για να λάβουν μερικά ευρώ και λίγο σεβασμό από την πλευρά του μάνατζερ, δεν έχουν κανένα λόγω να παρατείνουν τη σύγκρουση. Έκτος κι αν η διεύθυνση ποντάρει στον εκφυλισμό της απεργίας, στις παράλληλες διαπραγματεύσεις και τις ατομικές πιέσεις. Στο πεδίο της σύγκρουσης, αυτού του είδους οι πρακτικές μάλλον μας κάνουν να κρατάμε γερά.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: την απεργία στα McDonald’s του Στρασβούργου-Σαιν-Ντενί που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2001. Όλα ξεκίνησαν με την άφιξη ενός καινούργιου «αδειούχου». Στη γλώσσα McDonald’s, ο «αδειούχος» είναι το αφεντικό, αυτός που διαχειρίζεται το εστιατόριο στη θέση των McDonald’s Γαλλίας και εκείνος που της παρέχει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης κάθε χρόνο. Σημαντική διευκρίνηση: αυτός ο καινούργιος αδειούχος προερχόταν κατευθείαν από το τμήμα ανθρωπίνων πόρων των McDonald’s Γαλλίας. Γρήγορα καταλάβαμε γιατί διορίστηκε σ’ αυτό το κατάστημα: η αποστολή του ήταν να καθαρίσει το κατάστημα από τα πιο ταραχοποιά στοιχεία. Ξεκίνησε απολύοντας τον Αρμάντ, εκπρόσωπο της Συνομοσπονδίας Γάλλων Χριστιανών Εργατών (CFTC), ενόσω τα συνδικάτα έκαναν διαπραγματεύσεις για να έρθουν σε συμφωνία, ώστε να οργανώσουν εκλογές για την ανάδειξη εκπροσώπων του προσωπικού για το εστιατόριο. Μετά από μια εβδομάδα απεργίας το Σεπτέμβριο, ο αδειούχος επανήλθε στο καθήκοντά του τον Οκτώβριο αναγγέλλοντας την απόλυση… άλλων πέντε άλλων εργαζομένων! Όλη η ομάδα που πλαισίωνε και υποστήριζε τον Αρμάντ βρέθηκε στο δρόμο. Η απεργία ξεκίνησε λοιπόν αυθόρμητα. Οι εργαζόμενοι κάλεσαν, εν συνεχεία, το συλλογικό όργανο της CGT-ταχείας εστίασης για να τους βοηθήσει να παλέψουν ενάντια σε αυτές τις καταχρηστικές απολύσεις. Εκεί καταλάβαμε πως η κινητοποίηση θα διαρκούσε πολύ. Πολύ δε περισσότερο που ο μάνατζερ είχε καταθέσει μήνυση εναντίον τους για υπεξαίρεση χρημάτων από το ταμείο.
Συνοδευόμενος από τον Καρίμ, το alter ego μου στη Disney, έφτασα επί τόπου μερικές μέρες μετά την έναρξη της απεργίας. Ουσιαστικά, δεν το κούνησα για τέσσερις μήνες από αλληλεγγύη στους φίλους των McDonald’s. Η διαδικασία απόλυσής μου, μ’ άφηνε το χρόνο να βοηθώ τους εργαζόμενους να οργανωθούν. Κάθε μέρα πήγαινα να δω πώς εξελισσόταν η κινητοποίηση. Αισθανόμουν ότι μ’ αφορούσε ιδιαίτερα: έχουμε την ίδια συλλογική σύμβαση από τότε που η McDonald’s προΐσταται του Εθνικού Συνδικάτου Ταχείας Εστίασης (SNARR). Όταν ο αμερικανικός όμιλος έφτασε στη Γαλλία στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ουσιαστικά επέβαλλε τους κανόνες του στο σύνολο του κλάδου: «συμπληρωματικές» ώρες, νυχτερινό ωράριο από της 2 το πρωί (και όχι πια από τις 10 το βράδυ) ή ακόμα και καθιέρωση της Κυριακής ως εργάσιμης μέρας. Όλα λοιπόν συνδέονται: όταν μάχομαι για καλύτερες συνθήκες εργασίας στα McDonald’s μάχομαι επίσης και για το σύνολο των εργαζομένων της ταχείας εστίασης καθώς και για εκείνους της Pizza Hut.
Αυτή η απεργία –η πιο μακρά, η δημοφιλής, η πιο μιντιακή– είναι η πρώτη του κινήματος στην οποία έπαιξα έναν σημαντικό ρόλο. Η καθημερινή μου παρουσία μου επέτρεψε να κερδίσω την εμπιστοσύνη των εργαζομένων, οι οποίοι, ασφαλώς δε με γνώριζαν. Οργάνωσα εράνους, ενώπιον περαστικών, για να πληρώσουμε τις ημέρες της απεργίας και για να βρούμε τίποτα για να ζεσταθούμε γιατί η διεύθυνση είχε κόψει τη θέρμανση. Ήμασταν μες το καταχείμωνο και δεν έπρεπε οι απεργοί να χάσουν το κουράγιο τους –κάτι βέβαια που δεν ήταν αυτονόητο γιατί η διεύθυνση προσπαθούσε να μας αποφύγει συναντώντας κρυφά τους πέντε απολυμένους.
Εν όψει των 29 μου χρόνων έδειχνα ήδη παλιός. Έδινα συμβουλές στους πιο νέους απεργούς για να συνεχίσουν την αντίσταση: με ποιο τρόπο να μιλούν στα ΜΜΕ, να καλούν τις κεντρικές επιτροπές των συνδικάτων, να οργανώσουν έναν έρανο, να βρουν ένα μαγκάλι για το χειμώνα… Τη λίγη εμπειρία που είχα τους τη διέθετα. Μοιραστήκαμε έντονες σκηνές όπως την άφιξη του Ζωζέ Μπωβέ και την απογοήτευση όταν η διεύθυνση αρνήθηκε να επαναπροσλάβει απολυμένους εργαζομένους. Από ηθικής πλευράς, μετά απ’ όλα αυτά, είναι αδύνατο ν’ αφήσεις πίσω σου τη σύγκρουση, να γυρίσεις σπίτι σου και να σκέφτεσαι άλλα πράγματα.
Αλλάξαμε τη διακόσμηση του εστιατορίου στα δικά μας χρώματα, μ’ αφίσες οι οποίες κατήγγειλαν την ανασφάλεια στην ταχεία εστίαση. Τυπώσαμε Τ-shirts με την επιγραφή «χαμπουργκοαπεργίες». Κάθε Τετάρτη κάναμε συγκεντρώσεις για να κάνουμε απολογισμό της κινητοποίησης. Προσπαθήσαμε ν’ απευθυνθούμε στις συνδικαλιστικές δομές, αλλά καθώς είναι τόσο δυσκίνητες για να εμπλακούν σε μια τέτοια απεργία νέων ανασφάλιστων εργαζομένων, δημιουργήσαμε μια επιτροπή υποστήριξης για να δώσουμε τη μέγιστη δυνατή απήχηση στις διεκδικήσεις μας. Συσπειρώσαμε: την Attac Σορβώννης, την Αααrgh, την AC! [Δράση ενάντια στην Ανεργία], την AL, τη CGT, τις τοπικές επιτροπές του κινήματος MRAP [Κίνημα Ενάντια στο Ρατσισμό και Υπέρ της Συμφιλίωσης των Λαών], την κομπανία Jolie Mome [Ομάδα θεάτρου αποτελούμενη από νέους ηθοποιούς που διοργανώνει χάπενινγκς και σατιρικά σκετς σε απεργιακές εκδηλώσεις ή πορείες, χαρακτηριστικό της οι κόκκινες σημαίες], τη Συνομοσπονδία Χωρικών, τον Εθνικό Συντονισμό των Sans Papiers [Χωρίς Χαρτιά], τους G-10 solidaires [Συνδικαλιστική οργάνωση], την JC [Κομμουνιστική Νεολαία], την JCR [Κομμουνιστική Επαναστατική Νεολαία], τη LCR [Κομμουνιστική Επαναστατική Πάλη], τη LO [Εργατική Πάλη], το ΚΚΓ, το δίκτυο Stop-Précarité, το SCALP-Reflex [παριζιάνικο δίκτυο της μηνιαίας αναρχικής επιθεώρησης No Pasaran], το UNEF [Εθνική Ένωση Φοιτητών Γαλλίας], τη συλλογικότητα Vamos [Δίκτυο της UNEF που περιλαμβάνει φοιτητές από τις χώρες του Μαγκρέπ], τους Πράσινους Παριζιάνους, κ.ά. Οι περισσότερες από τις αριστερές οργανώσεις μας έδωσαν ένα χέρι βοήθειας. Το αληθινό όμως πρόβλημα, ήταν ν’ αποκτήσουμε την υποστήριξη της κοινής γνώμης, μιας κι αυτό θα ήταν και το μοναδικό μας όπλο για να κάμψουμε τη διεύθυνση. Για να καταστήσουμε λοιπόν, το κίνημά μας πιο δημοφιλές θελήσαμε να διαφοροποιήσουμε τις μορφές αγώνα μας. Μετά από δυο μήνες απεργίας υποδεχθήκαμε την κομπανία Jolie Mome που ήταν εγκατεστημένη στην Καρτουσερί στο δάσος του Βενσέν. Αυτή η ομάδα μουσικών-τραγουδιστών είχε την ιδέα ν’ ανεβάσει μια παράσταση αφιερωμένη στην προσπάθειά μας. Καλέσαμε όλους τους εργαζομένους των McDonald’s που απεργούσαν να βοηθήσουν στο στήσιμο μιας μουσικής κωμωδίας εμπνευσμένης από τις ίδιες τις συνθήκες εργασίας τους με τίτλο: το McCabaret. Η κομπανία είχε αναρτήσει τις κόκκινες σημαίες και τα ρεφραίν μ’ επαναστατικό ύφος που περιέγραφαν τις κουζίνες ενός fast-food. Μ’ ένα τραγούδι ειδικά αφιερωμένο στην περίπτωσή μας που ονομάζονταν McDo, McStrike. Τα λόγια θα μπορούσαν ν’ αφορούν όλους τους εργαζομένους της ταχείας εστίασης: «20 χρονών, τι ευτυχία είναι αυτή/ Με 40 φράγκα την ώρα πληρωμή/ Έκανες τα μαθήματά σου κάτω από τις σημαίες/ Τώρα τα κάνεις στου McDo/ Και ανάμεσα σε δυο φέτες BigMac/ Τρέχεις, τρέχεις χάνεις τα μαθήματά σου/ Το πτυχίο δεν είναι για τώρα/ Τον επόμενο χρόνο θα τα καταφέρεις». Μετά από κάθε τραγούδι οι εργαζόμενοι έπαιρναν το λόγο για να εξηγήσουν στους θεατές την καθημερινή τους ζωή. Είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα. Απ’ αυτή την παράσταση μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε 10.000 φράγκα για το ταμείο αλληλεγγύης. Η απεργία που έγινε τραγούδι είχε μέλλον…
Χάρη στην επιτροπή υποστήριξης, στο McCabaret, στα ΜΜΕ και την επιμονή των απεργών, το υπό απεργία εστιατόριο έγινε σημείο συνάντησης όλων των στρατευμένων της αριστεράς. Πρέπει να πούμε ότι η κινητοποίηση διεξαγόταν εν μέσω της προεδρικής εκλογικής εκστρατείας. Προκειμένου να πάνε τα πράγματα μπροστά σκέφτηκα σοβαρά να παρουσιαστώ κι εγώ σ’ αυτήν την εκστρατεία. Μας λένε όλη την ώρα πως δεν υπάρχουν αρκετοί νέοι στην πολιτική ούτε και αρκετοί άνθρωποι που η καταγωγή τους να είναι από μετανάστες. Για να γίνει λοιπόν η αρχή αποφάσισα να θέσω υποψηφιότητα, για να πουν ότι οι νέοι Άραβες είναι εδώ, ότι θα ζήσουμε στη Γαλλία με τους ίδιους όρους όπως και οι άλλοι και ότι θα έπρεπε τη αργά ή γρήγορα να μας λάβουν υπόψη τους. Γρήγορα όμως κατάλαβα ότι μια παρέμβαση στα ΜΜΕ δεν άξιζε όσο οι σχέσεις εξουσίας της καθημερινότητας. Έμεινα λοιπόν, συγκεντρωμένος στην απεργία των McDonald’s της λεωφόρου Στρασβούργου-Σαιν-Ντενί. Αρνήθηκα ακόμα και την πρόσκληση της Αααrgh, μιας μικρής ένωσης νέων του κινήματος κατά τις παγκοσμιοποίησης, για να πάω στο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε. Δεν ήθελα ν’ αφήσω στα κρύα του λουτρού τους εργαζόμενους στα μέσα της σύγκρουσης. Ήξερα πως οι καρχαρίες που ήταν απέναντί μας ήταν έτοιμοι να επωφεληθούν και από την πιο μικρή απώλεια. Ο συνδικαλισμός είναι μια δουλειά μακράς πνοής.
Τελικά αυτή η απεργία σημάδεψε την ιστορία της ταχείας εστίασης. Καταφέραμε, ενώπιον των μελών του εργατοδικείου, την επαναπρόσληψη των πέντε άδικα απολυμένων εργαζομένων. Αργότερα όταν άλλοι νέοι συνδικαλιστές θα πάρουν τη σκυτάλη, δε θα προσγειωθούν σ’ άγνωστο έδαφος: θα δουν πως είναι δυνατόν να παλέψεις ενάντια σε καταχρηστικές απολύσεις ακόμα και μέσα σε μια αμερικανική πολυεθνική.
Αν πετύχαμε όμως σ’ αυτήν την πρώτη μεγάλη απεργία είναι γιατί δεν ήταν η πρώτη. Το εναρκτήριο λάκτισμα είχε δοθεί ένα χρόνο νωρίτερα, στα τέλη του 2000, από τους εργαζόμενους των McDonald’s της λεωφόρου Σαιν-Ζερμαίν. Εκείνο που βρίσκεται κοντά στη Σορβόννη με τα ψεύτικα πλαστικά βιβλία για διακόσμηση. Οι εργαζόμενοι είχαν βρει ένα σλόγκαν το οποίο συνόψιζε καλά τις διεκδικήσεις τους: «Δεν είμαστε μπιφτέκια!». Επειδή η Σορβόννη ήταν πολύ κοντά, η σύνδεση με τους φοιτητές της UNEF γίνονταν αβίαστα. Οι φοιτητές συνέβαλλαν ώστε να γίνουν γνωστοί οι αγώνες μας. Την ίδια στιγμή έμαθα ότι το εστιατόριο της Pizza Hut της Όπερας θα ξεκινούσε απεργία. Ήταν το εστιατόριο με τον πιο μεγάλο τζίρο στη Γαλλία –αλλά και παγκόσμια σύμφωνα με τη διεύθυνση. Ένα εργοστάσιο για μάσα πίτσας τριών ορόφων. 15.000 ευρώ τζίρο την ημέρα, 23.000 το Σαββατοκύριακο. Πήγα από την πρώτη μέρα και έμεινα για πάνω από έναν μήνα. Ήταν η εποχή της πρώτης μου συντηρητικής απόλυσης, γεγονός που μου άφησε το χρόνο για να εμπλακώ στο πλευρό του εκπροσώπου της CGT του εστιατορίου. Δεν ήμουν εγώ ο οποίος διεξήγαγε τις συνομιλίες. Μου είχε κυρίως ανατεθεί η οργάνωση της απεργίας στο χώρο: να προβλέψω τι θα τρώμε και που θα κοιμόμαστε, να κλείνω τα ραντεβού… και ν’ ασχολούμαι με τις σχέσεις με τα ΜΜΕ.
Ήταν μια από τις πρώτες συγκρούσεις που καλύφθηκαν από τα μέσα εθνικής εμβέλειας. Η κινητοποίησή μας άρχιζε να επεκτείνεται πέρα από τις σελίδες της [εφημερίδας] Parisien του Ω-ντε-Σαιν. Τα στρατευμένα μέλη που έχασαν ένα μήνα νωρίτερα την πρώτη μεγάλη σύγκρουση στα McDonald’s της Σαιν-Ζερμαίν κατέφθασαν μαζικά στην Pizza Hut της Όπερας. Τόσο καλά που μετά από μερικές βδομάδες μπορέσαμε να οργανώσουμε την πρώτη μεγάλη πορεία αποκλειστικά αφιερωμένη στην ταχεία εστίαση. Ήταν στις 24 Φεβρουάριου του 2001. Μια ιστορική μέρα για μένα. Η πομπή 3 ή 4.000 ανθρώπων ξεκίνησε από τα διάσημα McDonald’s της λεωφόρου Σαιν-Ζερμαίν. Δεν είχα δει ποτέ να κινητοποιείται τόσος κόσμος για την υπόθεσή μας. Με κατεύθυνση προς τους Άλες [Halles, το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο του Παρισιού], άλλο εμβληματικό μέρος όπου συγκεντρώνονται όλες οι φίρμες της ταχείας εστίασης: McDonald’s, Pizza Hut, Quick, Pizza dell’ arte… Η συλλογικότητα CGT τέθηκε επικεφαλής. Για μια στιγμή κοίταξα πίσω μου για να δω τον κόσμο που είχε η πορεία. Έκανε καλό καιρό. Ήμασταν στο κέντρο του Παρισιού. Ήμουν περήφανος που βρισκόμουν επικεφαλής αυτής της πορείας.
Το πιο σημαντικό ήταν χωρίς αμφιβολία πως είχαμε πετύχει την ένωση με τους φοιτητές της UNEF που είχε παρατήσει την εθνική της συγκέντρωση στη Σορβόννη και ήρθε να συμμετάσχει στην πορεία μαζί μας. Εδώ και καιρό τώρα στριφογύριζε στο μυαλό μου μια ιδέα: η πλειοψηφία των εργαζομένων στην ταχεία εστίαση είναι φοιτητές, γιατί λοιπόν να μην στήσουμε μια κοινή συνδικαλιστική οργάνωση; Με ενιαία, βέβαια, κάρτα ώστε οι εργαζόμενοι φοιτητές να μην πληρώνουν δυο φορές τη συνδικαλιστική εισφορά. Πάντοτε επεξεργάζομαι αυτήν την ιδέα που μου επιτρέπει να θεωρήσω τους νέους σαν άτομα. Έχουν ανάγκη να κάνουν τόσο τις σπουδές τους όσο και να κερδίζουν τα προς το ζην.
Οι συνθήκες της εργασίας μας δεν βελτιώθηκαν με τις πρώτες απεργίες του 2000 και οι περισσότερες απεργίες είχαν ως αφορμή μια αδικαιολόγητη απόλυση: οι βίαιες συγκρούσεις πολλαπλασιάστηκαν. Τρία χρόνια αργότερα οι εργαζόμενοι του εστιατορίου της Pizza Hut στη Μπον-Νουβέλ, στο Παρίσι πάντα, αντιστάθηκαν για 29 ημέρες. Ένας μήνας χαμένου μισθού. Όχι όμως για το τίποτα: δεν κερδίσαμε τίποτα αναφορικά με τους μισθούς, αλλά καταφέραμε να σταματήσει μια διαδικασία απόλυσης και ν’ ακυρωθούν εννέα πειθαρχικές κυρώσεις∙ σχεδόν το ένα τέταρτο του δυναμικού που ήθελε να τιμωρήσει ο μάνατζερ! Η σύγκρουση διήρκεσε για ένα πολύ απλό λόγο: για τρεις ημέρες η διεύθυνση αρνήθηκε να με δει. Όμως οι απεργοί μ’ είχαν αναδείξει ως το διαπραγματευτή τους. Η διεύθυνση προσπάθησε να δράσει απευθείας με την ομοσπονδία της εμπορικής CGT, αλλά οι εργαζόμενοι επέμειναν έως ότου καθίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μικρή καινοτομία: η διεύθυνση είχε επιλέξει έναν αντιπρόσωπο του Medef [Κίνημα Γαλλικών Επιχειρήσεων, ανάλογο του ΣΕΒ] για να διεξάγει τις διαπραγματεύσεις. Και δεν τα πήγαμε κι άσχημα. Πέρα από την ακύρωση των κυρώσεων κερδίσαμε ένα πριμ 30 ευρώ για παπούτσια (που πρώτα το διέθεταν μόνο για τους εργαζομένους του εστιατορίου, ενώ εδώ και δέκα χρόνια το ζητάω για τα καταστήματα διανομής). Καταφέραμε ακόμα την εγκατάσταση ενός ντους και ενός χώρου για διάλειμμα όπως το είχε άλλωστε απαιτήσει η επιθεώρηση εργασίας. Σε λίγο θα γίνουν εκλογές για την ανάδειξη εκπροσώπων του προσωπικού. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, νομίζω ότι η διεύθυνση υποχώρησε γιατί το εστιατόριο της Μπον-Νουβέλ βρίσκεται δίπλα από το McDonald’s της Στρασβούργου-Σαιν-Ντενί. Οι εργαζόμενοι των McDonald’s ήρθαν και μας βοήθησαν να καταλάβουμε το χώρο της Pizza Hut. Η διεύθυνση θα πρέπει να φοβήθηκε μια από κοινού απεργία. Και μάλιστα θα πρέπει να φοβήθηκε πολύ… Ο προεδρεύων σύμβουλος της Pizza Hut μας έκανε την τιμή να παρουσιαστεί. Θέλησα να επωφεληθώ για να του μιλήσω απ’ ευθείας. Χαμένος κόπος. Σε κάθε παρατήρηση, μου απαντούσε μ’ ένα μεγάλο χαμόγελο…
Συνδικάτα και συλλογικότητες αντιμέτωποι με την ανασφάλεια
Από το 2000 έως το 2003 άρχισαν να ξεπηδούν και να αναπτύσσονται αρκετοί αγώνες των εργαζομένων, στην πλειοψηφία τους νέοι και ανασφάλιστοι, στην ταχεία εστίαση και το εμπόριο καθώς και στον τομέα της καθαριότητας. Για να παραθέσουμε μόνο μερικούς:
Απεργία 15 ημερών το Σεπτέμβριο του 2000 στο κατάστημα McDonald’s της λεωφόρου Σαιν-Ζερμέν με αιτήματα αυξήσεις μισθών και πριμ για το τέλος της χρονιάς.
Απεργία 32 ημερών το Φεβρουάριο του 2001 στο κατάστημα Pizza Hut της Όπερας με τις ίδιες διεκδικήσεις που κατέληξε στην παραχώρηση πριμ.
Ιστορική απεργία 112 ημερών από τον Οκτώβριο του 2001 έως το Φεβρουάριο του 2002 στο κατάστημα McDonald’s του Στρασβούργου-Σαιντ-Ντενί για την επαναπρόσληψη πέντε απολυμένων εργαζομένων. Η απεργία ήταν επιτυχής.
Απεργία ενός μήνα με κατάληψη, το Φεβρουάριο του 2002, του πολυκαταστήματος FNAC στα Ιλίσια Πεδία για αύξηση μισθών, η οποία εξαπλώθηκε και σε άλλα FNAC του Παρισιού και της επαρχίας, και έληξε με επιτυχία διότι οδήγησε σε μια επαναπροσαρμογή των μισθών του πολυκαταστήματος FNAC των Ιλισίων Πεδίων σε σχέση με τα άλλα πολυκαταστήματα FNAC.
Σποραδικές απεργίες την άνοιξη του 2002 σε διάφορα καταστήματα McDonald’s του Παρισιού σε αλληλεγγύη για τους εργαζομένους του καταστήματος του Στρασβούργου-Σαιντ-Ντενί με αιτήματα αυξήσεις μισθών και δικαίωμα στο 13ο μισθό.
Απεργίες στο κατάστημα αθλητικών Go Sport για αυξήσεις μισθών, στα πολυκαταστήματα Virgin ενάντια της εργασίας την Κυριακή και για το 13ο μισθό.
Απεργία ενός χρόνου, από το Μάρτιο του 2002 έως το Φεβρουάριο του 2003, 32 γυναικών που εργάζονται ως καμαριέρες στον ξενοδοχειακό όμιλο της Accor. Οι απεργοί απασχολούνταν από τον υπεργολάβο της με την επωνυμία Arcade και κατέληξε στη μείωση των ρυθμών εργασίας και σε μια καλύτερη προσαρμογή των εργάσιμων ωρών, αλλά ακολούθησε απόλυση του επικεφαλής της απεργίας τον Ιούνιο του 2004, εκπροσώπου του συνδικάτου SUD.
Νέα απεργία με κατάληψη στο κατάστημα McDonald’s του Στρασβούργου-Σαιντ-Ντενί για την επαναπρόσληψη ενός απολυμένου εκπροσώπου και ενάντια στους καταχρηστικούς χειρισμούς του διευθυντή που κατέληξε στην επαναπρόσληψη και την πληρωμή μέρους των ημερών της απεργίας.
Απεργία πολλών μηνών των μαγείρων από τη Σρι-λάνκα των pub με την επωνυμία Frog για καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας τους, δυστυχώς μη επιτυχής…
[…]
Αυτές οι μορφές αγώνα των νέων ανασφάλιστων εργαζομένων διαφοροποιούνται σαφώς από τους κλασσικούς συνδικαλιστικούς αγώνες: Ξεκινούν από τα κάτω και όχι από αιτήματα κεντρικών συνδικαλιστικών επιτροπών. Δημιουργούνται από ένα συνονθύλευμα ατομικοτήτων, με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη και την αλληλοαναγνώριση, αποφεύγοντας τη συνδικαλιστική πειθαρχία και ιεραρχία και ευνοώντας την προσωπική εμπλοκή και την αυτονομία. Ακόμα και οι προκηρύξεις επικεφαλής συνδικάτου υπογράφονται από ονόματα και δίνονται αριθμοί των κινητών. Οι κεντρικές συνδικαλιστικές επιτροπές δυσκολεύονται να κρατήσουν τον έλεγχο των κινητοποιήσεων των αγώνων. Οι κινητοποιήσεις φαίνεται να τις ξεπερνούν και να τις αμφισβητούν.
Οι αγώνες βγαίνουν από την επιχείρηση για να ξεχυθούν στους δρόμους και το δημόσιο χώρο, με την ανάρτηση πανό κρεμασμένων με ταινία μεταξύ των δέντρων, με τη διανομή προκηρύξεων σε περαστικούς και σε καταναλωτές, έκκληση για μποϋκοτάζ προϊόντων, γεγονός που επιτρέπει να συνδεθεί η απεργία με πιο γενικά θέματα, όπως αυτό της «κωλο-μάσας» καθώς και με άλλα κινήματα όπως η Συνομοσπονδία Χωρικών ή τα κινήματα για μια άλλη παγκοσμιοποίηση, ή τα κινήματα των «χωρίς χαρτιά» στην περίπτωση του αγώνα των εργαζομένων της Arcade, πρωτοπόρα στην υπερεκμετάλλευση μεταναστών.
Οι αγώνες βγαίνουν επίσης από τον συνδικαλιστικό κλοιό κάνοντας έκκληση για υποστήριξη από διάφορες εξωτερικές πλευρές, άλλα συνδικάτα, οργανώσεις αγώνα ενάντια στην ανεργία και την ανασφάλεια, φοιτητικά κινήματα σε όλες τους τις εκδοχές…
Οι αγώνες αυτοί χτυπούν την αχίλλειο πτέρνα αυτών των πολυεθνικών, την εικόνα της φίρμας τους στο κοινό, αναπτύσσοντας καμπάνιες μποϋκοτάζ της φίρμας με τη μορφή καρτ ποστάλ, διοχετεύοντας την αμφισβήτηση σε διάφορες εγκαταστάσεις του ίδιου γκρουπ εστιατορίων McDonald’s, ξενοδοχείων του ομίλου της Accor, παρενοχλώντας τη συνέλευση των χρηματιστών του ίδιου ομίλου, εκ των οποίων η Arcade είναι ένας από τους υπεργολάβους.
Οι νέοι αυτοί εκπρόσωποι διατηρούν συχνά μια κάποια απόσταση από το συνδικάτο τους, την οποία εργαλειοποιούν και την οποία αντιλαμβάνονται ως διφορούμενη. Την αντικαθιστούν, δε, αναπτύσσοντας μεταξύ τους μια ισχυρή αλληλεγγύη και δίνοντας «ένα χέρι βοήθειας» για να προστατευτούν από τα συνδικαλιστικά χάδια.
Η συλλογική εμπειρία της επιτροπής υποστήριξης ενός αγώνα είναι εύκολα «μεταβιβάσιμη» σε άλλο αγώνα μέσω ανασύνθεσης των συμμετεχόντων. Έτσι, η συλλογικότητα υποστήριξης του αγώνα στα McDonald’s του Στρασβούργου-Σαιντ-Ντενί μετατρέπεται –με κάποιες απουσίες, αλλά και με νέες συνδρομές– σε επιτροπή υποστήριξης του αγώνα των αφρικανών γυναικών που δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί στην Arcade. Κατόπιν, η συλλογικότητα ξαναδημιουργείται για να υποστηρίξει τη δεύτερη απεργία στα McDonald’s του Στρασβούργου-Σαιντ-Ντενί, ενώ μετά επεκτείνεται για να υποστηρίξει τους μάγειρες του Frog. Σποραδικές ενώσεις δημιουργούνται μεταξύ των αγώνων, όταν οι γυναίκες της Arcade υποστηρίζουν τις καταλήψεις στα McDonald’s και όταν οι εργαζόμενοι σε απεργία στα McDonald’s συμμετέχουν στις καταλήψεις ξενοδοχείων του ομίλου Accor, έστω κι αν αυτό αποτελεί εξαίρεση.
Παρά την αυθεντικότητα και την ανανέωση των μορφών του αγώνα των ανασφάλιστων εργαζομένων σε διάφορους τομείς στις αρχές του 2000, πρέπει να σημειώσουμε πως αυτές οι απεργίες μένουν, παρόλα αυτά, αποσπασματικές και κατακερματισμένες και πως δεν υπόκεινται σε συλλογικότερες προσπάθειες διαμόρφωσης κοινών διεκδικήσεων πάλης ενάντια στην ανασφάλεια ή για τη δημιουργία νέων συλλογικών εγγυήσεων. Πρόκειται για κινητοποιήσεις που εστιάζουν αποκλειστικά και μόνον στην αύξηση των μισθών, την απόκτηση πριμ ή ενός δέκατου τρίτου μισθού, ή αποτελούν απλή αντίδραση στη συνδικαλιστική καταπίεση.
Απόσπασμα από το αφιέρωμα στους αγώνες της ταχείας εστίασης της μηνιαίας αναρχικής επιθεώρησης No Pasaran, τχ. 33, Οκτώβριος 2004.
No comments:
Post a Comment